Σάββατο, Δεκεμβρίου 23, 2006

Κι αν είναι....




Ένα χαρτόκουτο κάτω απ το κρεβάτι. Ακούς το βράδυ κάποιους θορύβους μέσα του, αλλά στην αρχή δεν δίνεις σημασία. Με τον καιρό καταλαβαίνεις ότι κάτι υπάρχει εκεί κάτω. Κάτι ροκανίζει το χαρτόκουτο. Μπα λες, κάποια κατσαριδούλα θα ναι, απ αυτές τις μικρές τις ξανθές. Θα φύγει.

Ο θόρυβος συνεχίζει για πολλά βράδια. Αρχίζει να σε ενοχλεί. Υπάρχει κάτι σίγουρα εκεί κάτω αλλά δεν θέλεις να το πιστέψεις. Θα φύγει λες. Όμως δεν φεύγει και συνεχίζει. Δεν μπορείς να κοιμηθείς τα βράδια. Φοβάσαι ότι μπορεί να είναι..... ένα ποντικάκι που όταν κοιμάσαι ανεβαίνει στο κρεβάτι σου και κόβει βόλτες. Κάθε πρωί όμως αφού δε βλέπεις ίχνη εισβολής το ξεχνάς, λες ότι ήταν της φαντασίας σου, και συνεχίζει η μέρα σου όμορφα ......


.....μέχρι το επόμενο βράδυ.


Ο θόρυβος δυναμώνει. Κι αν είναι.... κάποιος αρουραίος που θα βγει την νύχτα και θα σου μασουλήσει το πρόσωπο χωρίς να το καταλάβεις, και θα ξυπνήσεις το πρωί παραμορφωμένη?


Πρέπει να δεις τι είναι.


Όμως όχι. Θα κάνω ότι δεν υπάρχω. Αν δεν το ενοχλήσω εγώ, θα φύγει από μόνο του. Θα καταλάβει από μόνο του ότι δεν έχει λόγο ύπαρξης εδώ μέσα και θα φύγει ήσυχα, θα εξαφανιστεί. Ας μαζέψω και τις κουβέρτες καλού κακού, να μην κρέμονται κάτω στο πάτωμα και βρει εύκολη πρόσβαση προς τα πάνω.

Κι αν είναι.... όμως αράχνες που γέννησαν οικογένεια και τα πολυπληθή μικρά μέσα στο παιχνίδι τους, και μη έχοντας λογική, ορμίσουν ένα βράδυ να με τσιμπήσουν? Θα μπουν στ αυτιά μου, στην μύτη μου, στα μαλλιά μου…. θα ξυπνήσω τυλιγμένη στον ιστό τους και θα νιώθω το ανατριχιαστικό περπάτημά τους πάνω στο γυμνό δέρμα μου….


Πρέπει να δω τι έχει αυτό το κουτί επιτέλους.


Κάθε φορά όμως δειλιάζω. Φοβάμαι τι θα αντικρίσω. Τι τέρας θα βγει από κει μέσα? Όπως θα σέρνω το κουτί προς τα έξω μπορεί να πεταχτεί στο χέρι μου πάνω. Μπορεί να νιώσω τα άγκιστρα των ποδιών του στο δέρμα μου. Αν είναι και τεράστιο μπορεί να με ναρκώσει και να με μασουλάει αργά αργά χωρίς εγώ να μπορώ να αντισταθώ. Να το βλέπω να με τρώει ζωντανή, να νιώθω τις δαγκάνες του να σουβλίζουν το πετσί μου…

Τι θα κάνω? Φοβάμαι να το ανοίξω αλλά δεν μπορώ άλλο και να μην ξέρω. Δεν κοιμάμαι τα βράδια, οδηγώ νυσταγμένα, δεν αποδίδω στην δουλειά, δεν καταλαβαίνω τι μου λένε οι άλλοι, δεν θέλω να γυρίζω στο σπίτι, δεν θέλω να κοιμάμαι…

Όσο δεν ξέρω τι με περιμένει φαντάζομαι τέρατα. Και τρομάζω ακόμα περισσότερο. Και κάθε φορά το τέρας είναι και πιο τρομακτικό, πιο σαρκοβόρο, πιο αιμοχαρές. Παίρνει μορφές που δεν περιγράφονται, που μεταλλάσσονται συνέχεια.

Αν δω, τουλάχιστον θα ξέρω με τι έχω να κάνω. Θα είναι ένα και όχι εκατό τα τέρατα. Όσο τρομερό και αν είναι πρέπει να ανοίξω «Το Κουτί».




Πρέπει να δω. Πρέπει να αντιμετωπίσω τους φόβους μου επιτέλους. Πρέπει να τους πολεμήσω και ότι γίνει. Δεν μπορώ να ζώ έτσι άλλο. Δεν μπορώ.




Σάββατο, Δεκεμβρίου 16, 2006

Δεν είμαι το άλλο σου μισό. Κατάλαβέ το




Μια φορά βρεθήκαμε όλο κι όλο. Από που κι ως που πήρες το θάρρος και μου στέλνεις μηνύματα συνέχεια? Και αφού βλέπεις ότι σου απαντάω με δυσκολία, με καθυστέρηση, και ΑΝ σου απαντήσω, γιατί συνεχίζεις? Και όλα αυτά τα υποκοριστικά και τα γλυκόλογα με τα οποία αναφέρεσαι σε εμένα, προς τι?


Καταρχάς όταν βγαίνεις με μια κοπέλα και μάλιστα μέρα γιορτής, όσο να ναι φροντίζεις λίγο την εμφάνισή σου. Ντύνεσαι λίγο καλύτερα, βάζεις και ένα αρωματάκι. Σε μπαρ πας όχι στον μπακάλη της γειτονιάς σου. Αν ήταν έτσι, όλοι θα θέλαμε να κυκλοφορούμε έξω όλη μέρα με τις φόρμες ή τις πιζάμες και τα σπορτέξ, για να νιώθουμε πιο άνετα. Και τα ρούχα με τις λαδιές επάνω, γιατί να τα αλλάζουμε αμέσως? Η φρέσκια λαδιά δεν έγινε ακόμα λέρα. Θα γίνει όταν ξεραθεί. Άρα ας το φοράμε έξω για 3 ώρες ακόμα. Τι ωραία που θα ήταν, ε?


Άντε και φτάσαμε στο μπαρ που ήταν τίγκα. Ο άντρας κανονίζει να βρει τραπέζι, ρωτάει και δίνει και το "κατιτίς" αν χρειάζεται. Εσύ με άφησες να μπω στο μαγαζί πρώτη από ευγένεια (όπως νόμιζα), αλλά ήσουν όλη την ώρα ακόλουθος. Και όταν σε ρωτούσα τι να κάνουμε, πού να κάτσουμε, το ίδιο ρωτούσες και συ εμένα. Πήγα αναγκαστικά εγώ στον μέτρ και κανόνισα, αλλά δεν φαντάζεσαι πόσο έπεσες στα μάτια μου εκείνη την ώρα. Κάποια πράγματα θέλω να τα κάνει ο άντρας. Θέλω να ανοίγεις εσύ τον δρόμο και όχι εγώ. Θέλω να προσπαθείς εσύ να με κάνεις να νιώσω όμορφα και όχι εγώ. Θέλω να είσαι ο άντρας που ξέρει τα κόλπα, και όχι εγώ. Και ειδικά στο πρώτο ραντεβού. Και πρόσεξε λίγο τον τρόπο που κινείσαι και που κάθεσαι. Δεν είσαι σπίτι σου. Αν ήταν έτσι, ανέβα πάνω στο καναπεδάκι που καθόμασταν, βγάλε τα παπούτσια σου, φέρε και την εφημερίδα μαζί σου και κάτσε μόνος σου…… Εγώ να φεύγω.

Και οι κινήσεις σου τι πράγμα ήταν αυτό? Ντρεπόμουνα μες στο μαγαζί. Ξέρεις, μπορώ να καταλάβω αυτό που μου λες και χωρίς να πρέπει να κουνάς χέρια-πόδια σαν να κυνηγάς μύγες όλη την ώρα. Και αυτές οι γκριμάτσες σου …δεν είσαι ο Τζιμ Κάρεϋ αγόρι μου, και δεν είσαι αστείος. Ούτε καν χαριτωμένος. Γίνεσαι γελοίος και λυπάμαι που το λέω, γιατί είσαι καλό και αγνό παιδί. Εμείς οι γυναίκες θέλουμε έναν άντρα σοβαρό που κρύβει όμως μέσα του ένα παιδί, και όχι ένα παιδί που δεν έγινε στα 36 του άντρας. Καταλαβαίνουμε ότι αφού δεν έγινε ως τώρα, δεν θα γίνει ποτέ.



Είσαι και παρασπουδαγμένο παιδί, με ένα πλουσιότατο βιογραφικό (ναι, πρόλαβες να μου κοκορευτείς), και με τίτλους που ακούγονται σπουδαίοι και είναι όντως αληθινοί (όπως έμαθα από τον συνδετικό κρίκο αργότερα)!!!. Όμως οι απόψεις σου, είναι μεν σωστές, αλλά πολύ μακριά από την σημερινή πραγματικότητα. Γι αυτό έχεις μείνει μόνος σου και παραπονιέσαι. Ναι μεν η κοινωνία και οι συνάνθρωποί μας είναι αποξενωμένοι (όπως λες) αλλά κάνουμε προσπάθειες να μην μείνουμε έξω από το σύνολο, αλλά να ενσωματωθούμε όσο μπορούμε. Αν θέλεις να είσαι μόνος και σωστός πάνε στον μοναστήρι ή σε κάποιο ήσυχο βουνό ή χωριό. Εγώ θέλω να ζω εδώ παρέα με τους άλλους, μες στον κόσμο. Δεν μ αρέσει η μοναξιά όταν δεν την επιδιώκω. Την πέρασα και ξέρω ότι δεν μ αρέσει. Με μελαγχολεί, με τρομάζει. Θέλω να έχω ανθρώπους γύρω μου. Ξέρω τη θέση τους στη ζωή μου, ξέρω τι είναι ο καθένας, ξέρω τι θέλουν από μένα και τι μπορώ να πάρω απ τον καθένα. Αλλά τους θέλω. Η αθέλητη απομόνωση με αρρωσταίνει, με καταθλίβει.

Για να έχω όμως περίγυρο ελίσσομαι, αφουγκράζομαι, οσμίζομαι, υποχωρώ, λέω και ψεματάκια όποτε κρίνω απαραίτητο για να τους έχω όταν τους θέλω και όπως τους θέλω. Γι αυτό μην νομίζεις ότι είμαι και το πιο κοινωνικό άτομο από τη φύση μου. Ολα αυτά που βλέπεις, και απ ότι καταλαβαίνω θαυμάζεις, είναι αποτέλεσμα προσωπικού αγώνα. Τίποτα δεν μου χαρίστηκε αλλά πάλεψα για να το κατακτήσω. Και δεν θέλω να έρθεις εσύ και να βολευτείς στη ζωή μου χωρίς προσπάθεια, παρά μόνο με κάποιον τσαμπουκά που νομίζεις ότι έχεις, αλλά στα μάτια μου μοιάζει με παιδική αφέλεια. Θέλω να ξέρεις και συ να ελίσσεσαι, να προσπαθείς να κατακτήσεις πράγματα για μένα.

Να προσπαθείς να μου αρέσεις.

Αυτή η νοοτροπία σου ότι εγώ είμαι αυτός που είμαι, ο καλός, ο τίμιος, ο ειλικρινής και οι άλλοι είναι οι επιφανειακοί, οι εκμεταλλευτές, οι κακοί μου φαίνεται πολύ ξεπερασμένη. Έτσι είναι ο κόσμος αγόρι μου, και πρέπει να μάθουμε να επιβιώνουμε σ αυτόν, με όσο το δυνατόν μικρότερες απώλειες. Γιατί μόνο αυτόν έχουμε. Ο άλλος ο δίκαιος, ο καλός κόσμος βρίσκεται μόνο στα όνειρά μας, στη φαντασία μας, και στις ταινίες κομεντί του Χόλυγουντ. Αναγκαστικά πρέπει να συνυπάρχουμε με τους άλλους, χωρίς όμως να χάσουμε τον εαυτό μας.

Αυτό που είδες σε μένα είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς. Δεν είμαι έτσι από την φύση μου. Δεν είμαστε ο Αδάμ και η Εύα στο δάσος χωρίς καμιά έγνοια στο κεφάλι μας. Το μαλλί μου ήταν κομμωτηρίου και όλη μέρα δεν κουνούσα το κεφάλι μου σαν να φορούσα νάρθηκα για να μην πατικωθεί, τα ρούχα ήταν μια στολή που διαπιστωμένα με κολακεύει, φορούσα έναν τόνο μεϊκαπ, φόρεσα και την αυτοπεποίθηση και εσύ ξετρελάθηκες. Νόμισες ότι βρήκες μια νοστιμούλα, δυναμική, με πολλά ενδιαφέροντα, με άποψη, καλή, ευαίσθητη, όχι παρεξηγησιάρα …πωπωωω, που κρυβόμουν τόσο καιρό! Ναι, είμαι καλό κορίτσι αλλά όχι όοοολα αυτά που νόμισες και που ήθελες να δεις.

Για να φανταστείς πόσο κοινή γυναίκα είμαι, σου λέω ότι και το απέξω παίζει ρόλο για μένα όταν πρόκειται για άντρα. Πρώτα έρχεται ο έρωτας, και μετά η καλοσύνη. Θα πρέπει να με τραβήξει κάτι πάνω σου. Θα είναι ο τρόπος σου, αυτά που λές, το χιούμορ σου, η φωνή σου, η εμφάνισή σου, η μυρωδιά σου, το βλέμμα σου, οι κινήσεις σου, το κορμί σου, το χαμόγελό σου, οι εμπειρίες σου, η μεγάλη μύτη σου (ναι, μπορεί να προσδώσει μια γοητεία), ο τρόπος που με ρωτάς πράγματα, ο τρόπος που με κάνεις να σου ανοιχτώ, η αύρα σου…… κάτι τέλος πάντων. Μια καλοσύνη μόνη της χωρίς απολύτως τίποτα άλλο, δεν μου φτάνει. Ίσως να μου έφτανε στα 25, όχι όμως τώρα. Ναι, είσαι καλό παιδί. Πολύ καλό παιδί. Παααρα πολύ καλό παιδί. Αλλά και ο Κουασιμόδος ήταν καλό παιδί, το καλύτερο των Παρισίων όμως δεν θα τον ήθελα για γκόμενο, παρά μόνο για φίλο.


Και μην κατακρίνεις στους άλλους όσα εσύ δεν μπορείς να καταφέρεις. Γιατί από τα λόγια σου καταλαβαίνω ότι στην πραγματικότητα τους ζηλεύεις. Όσα δεν φτάνει η αλεπού.... Μην μου το παίζεις ο ξεχωριστός, ο διαφορετικός από τους άλλους με την καλή έννοια, γιατί εγώ βλέπω από πίσω μια τεράστια ανασφάλεια και ένα άγχος.
Βλέπω ένα μισό που ψάχνει απεγνωσμένα ένα άλλο μισό (όποιο ναναι) να γίνουν ένα, και μετά να την αράξεις. Να κοιμηθείς. Να σταματήσεις να προσπαθείς αφού έγινες πλέον ένα.

Δεν θέλω ο γκόμενος μου να ζητάει από μένα μια σανίδα σωτηρίας. Επειδή δεν είμαι εγώ αυτή, φοβάμαι ότι θα με τραβήξεις μαζί σου στον πάτο. Εγώ θέλω κάποιον που να με τραβήξει προς τα πάνω. Που να θέλω για χάρη του να γίνω καλύτερος άνθρωπος, που να με τραβάει μπροστά. Ή τουλάχιστον να είναι τόσο δυνατός και ανεξάρτητος όσο προσπαθώ εγώ. Αυτό δεν σημαίνει ότι εγώ είμαι, και καλά, καμιά σούπερ γκόμενα, αλλά είμαι όπως πολλοί άλλοι άνθρωποι που τα καταφέρνουν με τον δικό τους τόπο, και κρατιέμαι με αγώνα και προσπάθεια όρθια, και μέσα στο παιχνίδι της ζωής.

Μια φορά βρεθήκαμε και με έχεις τρελάνει στα μηνύματα και στα τηλέφωνα. Είμαι ευγενική μαζί σου, γιατί κατάλαβα πόσο ευαίσθητος είσαι, αλλά με κουράζεις. Δεν με ενδιαφέρουν όλα αυτά που μου λες. Από ευγένεια σε ακούω. Και δεν μιλάω καθόλου. Μονολογείς στο τηλέφωνο δεν το πήρες χαμπάρι ακόμα? Εσύ μιλάς και γω κάνω ζάπιγκ στην τηλεόραση. Τι πρέπει να κάνω για να το καταλάβεις? Να σου το πώ ξεκάθαρα? Δεν μπορώ γιατί φοβάμαι για σένα. Φοβάμαι ότι θα το πάρεις σαν απόρριψη, ενώ δεν το νιώθω έτσι. Μια χαρά παιδί είσαι αλλά για κάποια άλλη, όχι για μένα. Αλλά και τι να κάνω πια. Με κούρασες αφάνταστα και έχω ένα σωρό πράγματα στο μυαλό μου. Δεν μπορώ να φορτώνομαι και την δική σου έγνοια.

Κάθε φορά που ακούω τον ήχο μηνύματος στο κινητό μου, η πρώτη μου σκέψη είναι « αχ να μην είναι αυτός ...». Και όταν βλέπω το όνομά σου με πιάνει μια μαυρίλα.

Και όλα αυτά που μου λές…τι ξεμπρόστιασμα είναι αυτό? Δείξε λίγο άντρας βρε παιδί μου. Κράτα και κάτι για σένα. Είναι ανάγκη να μου μιλάς για όλα τα ρεζιλίκια που έφαγες στη ζωή σου? Αυτό δεν είναι ακριβώς ειλικρίνεια αλλά έλλειψη κριτικής. Αξιολόγησης. Προτεραιοτήτων. Ξεμπρόστιασμα όπως είπα παραπάνω.

Ποια γυναίκα θα ήθελε να τα έχει με κάποιον που γίνεται συνέχεια ρεζίλι? Που τον σχολιάζουν συνέχεια πίσω από την πλάτη του και αυτός, ενώ το ξέρει, αντί να κάνει κάτι γι αυτό, αντί να πολεμήσει, αντί να αντεπιτεθεί, γελάει και νομίζει ότι είναι ανώτερος από τους άλλους με το να το διακωμωδεί σε μένα.

Μόνο οίκτο μπορεί να μου δημιουργείς.





Είσαι καλό και ευαίσθητο παιδί αλλά με κούρασες πολύ. Εύχομαι να είσαι κρυφά κάποιος μπλογκεράς, να πέσεις τυχαία πάνω σε αυτή την εκμυστήρευση, και να αναγνωρίσεις τον εαυτό σου. Να πάψεις έτσι να ασχολείσαι μαζί μου χωρίςνα σου το ζητήσω εγώ, και να έχω ήσυχη την συνείδηση και την ζωή μου.



Σάββατο, Δεκεμβρίου 09, 2006

Δεν ξέρω να γράφω comments




Ούτε Εκθέσεις ήξερα να γράφω. Ποτέ δεν έμαθα. Στα σχολικά μου χρόνια ο ένας και μοναδικός εφιάλτης μου ήταν η Εκθεση. Ήμουν πολύ καλή μαθήτρια αλλά η Εκθεση ήταν το μόνιμο άγχος μου. Συνήθως είχαμε έκθεση την Τρίτη τις 2 πρώτες ώρες. Όλοι χαιρόντουσαν για το αραλίκι που είχε η υπόθεση αλλά εγώ στεναχωριόμουν. Πρωί πρωί ακουμπούσα στο θρανίο με τους αγκώνες, έβαζα το κεφάλι στα 2 μου χέρια, και έριχνα απελπισμένες ματιές στην ΛΕΥΚΗ κόλα αναφοράς την οποία έπρεπε να ΓΕΜΙΣΩ με θέματα που ποτέ δεν με απασχόλησαν. Και γι αυτό έπαιρνα σχεδόν πάντα 14.

Εκείνα τα πρωινά έπρεπε να ‘γεννήσω’ ιδέες οι οποίες έπρεπε να είναι όχι μόνο ενδιαφέρουσες αλλά και να έχουν μια νοηματική σειρά. Και με την σωστή σύνταξη. Το ουσιαστικό μπήκε στη σωστή θέση? Το ρήμα ? Το επίθετο ? Θα καταλάβει η καθηγήτρια τι θέλω να πω? Επίσης έπρεπε να «βάλετε επιχειρήματα». Έκθεση χωρίς επιχειρήματα ήταν καταδικασμένη.

Εγώ ποτέ δεν κατάλαβα ποια ήταν αυτά τα επιχειρήματα. Ποτέ δεν θέλησα να πείσω κάποιον γι αυτά που έλεγα. Δεν μ ένοιαξε ποτέ. Άσε που έπρεπε να σκαλίξεις πολύ το μυαλό σου για να τα βρεις. Το κόλπο νόμιζα ότι κρυβόταν στις γνώσεις. Έπρεπε να γεμίσω το μυαλό μου με γνώσεις, σκεφτόμουν. Που θα τις βρώ? Στα εξωσχολικά βιβλία φυσικά. Ξεκίνησα λοιπόν να διαβάζω. Στην αρχή με την κλασική πολυδιαβασμένη βιβλογραφία και στα μετέπειτα χρόνια το διάβασμά μου εξελίχθηκε. Είδα όμως ότι στην πορεία αυτό δεν με βοήθησε και πολύ. Συνέχισε να μην με ενδιαφέρει η Εκθεση αλλά και να μην την κατακτώ. Ένας αγώνας στον οποίο δεν νίκησα ποτέ. Μόνο μία φορά στα τόσα σχολικά χρόνια πήρα άριστα. Και αυτό ήταν σε ένα θέμα στο οποίο είχα γράψει, εκείνα τα χρόνια, ένα κανονικότατο post.

Ήμουν 2α λυκείου και μια μέρα η καθηγήτρια μας έβαλε να επιλέξουμε ανάμεσα σε 2 θέματα εκθέσεων. Το ένα ήταν «Παρατηρώντας ένα μυρμήγκι» και το άλλο κάτι κλασικό, ούτε που θυμάμαι τι. Μόνο εγώ είχα διαλέξει το πρώτο θέμα και έγραφα, έγραφα, έγραφα. Δε μου φτανε ο χρόνος. Είχα τόσα να γράψω, τόσες σκέψεις γεννήθηκαν από μόνες τους χωρίς προσπάθεια, τόσα αισθήματα με κατέκλυσαν και βρήκαν επιτέλους δίοδο. Έγραφα ασύντακτα σκέψεις, προτάσεις, ιδέες. Όλα ανάκατα. Μια παραζάλη. Γέμισε η κόλλα αλλά συνέχισα να γράφω και σε σκισμένες σελίδες από τα τετράδια...επιτέλους είχα να γράψω. Άνοιξε η βρύση και έτρεχε ασταμάτητα. Τι πλήρωμα που ένιωσα μετά. Τι χαλάρωση. Τι ηρεμία. Δεν περιγράφεται.

Όταν πήρα την έκθεσή μου πίσω, έγραφε επι λέξη «Αρίστευσες». Η καθηγήτρια βέβαια δεν το είχε αναφέρει στην τάξη, αλλά ούτε και γω το είχα πει στους συμμαθητές μου. Βλέπεις στο σχολείο δεν ήθελα να ξεχωρίζω καθόλου. Ήθελα να είμαι μέρος της μάζας, να χάνομαι ανάμεσα στους άλλους.







Τα πράγματα συνεχίστηκαν με την Εκθεση όπως και πριν. Για να περάσω στο πανεπιστήμιο έκανα στο σπίτι ιδιαίτερα Εκθεσης. Μου έμαθε ο καθηγητής κάποιες τεχνικές για Εισαγωγή, Κυρίως θέμα και Επίλογο, για παραγράφους, για σύνδεση παραγράφων μεταξύ τους με συγκεκριμένες λέξεις, για το πώς ξεκινάμε το κάθε θέμα, μου έδωσε και άρθρα να διαβάσω για να αποκτήσω συγκεκριμένες γνώσεις από αυτές που ζητάνε στις εξετάσεις και έτσι κατάφερα να γράψω στις πανελλήνιες 15 και με το ζόρι. Από κει και πέρα ο εφιάλτης της έκθεσης τελείωσε ανεπιστρεπτί.

Ούτε περίληψη ξέρω να κάνω. Ποτέ δεν τα κατάφερα να κάνω μια σωστή. Κάποτε, πολύ παλιά, όταν είχα δώσει εξετάσεις για να μπω στο δημόσιο είχα ασχοληθεί πολύ μαζί της και κατάφερα να κουτσοκάνω αξιοπρεπείς περιλήψεις, αλλά ως εκεί. Μόλις πέρασε η φούρια και δεν μπήκα στο "πληρωμένο αραλίκι" ξέχασα τις τεχνικές εν ριπή οφθαλμού.

Και έρχομαι στο θέμα

Για να γράψεις ένα σωστό comment πρέπει να γράψεις σε πέντε το πολύ σειρές αυτό ακριβώς που θέλεις και εννοείς, χωρίς να παρεξηγήσουν αυτά που λες. Πρέπει να κάνεις μια περίληψη αυτών που έχεις στο κεφάλι σου. Προσπάθησα αλλά δεν τα κατάφερα πάντα. Εγώ, για να πω αυτό που θέλω πρέπει να γράψω ολόκληρο post. Δεν μπορώ να τα πω σε 5 σειρές. Σχεδόν όλοι τα καταφέρνουν εκτός από μένα. Πόσες φορές ξεκίνησα να γράφω comments και μετά από ώρα, αφού δεν μπορούσα να τα γράψω με λίγα λόγια, τα παράτησα...και πόσες φορές αφού τα έκανα pulbish και μετά, διαβάζοντάς τα, ήθελα να τα πάρω πίσω γιατί δεν έλεγαν αυτό που πραγματικά ήθελα να πω. Και πόσες φορές ήθελα να τα διορθώσω αλλά δεν μπορούσα πια.

Έβαλα το κόμμα εκεί που έπρεπε? Χωρίζουν οι προτάσεις? Βγαίνει νόημα? Αχ ξέχασα να βάλω το χαμογελαστό ανθρωπάκι στο τέλος και ο άλλος θα νομίζει ότι φώναζα όταν το έγραφα και όχι ότι γελούσα και αστειευόμουν. Μπα θα το καταλάβει δεν μπορεί. Αν όμως όχι? Αχ μακάρι να μπορούσα να αλλάξω το σχόλιό μου. Μήπως είμαι εκτός θέματος? Μήπως άλλα ήθελε να πεί ο bloggerας και εγώ άλλα κατάλαβα οπότε το σχόλιό μου είναι άσχετο? Και μετά ξαναδιαβάζοντας το post του, βλέπω ότι όντως αλλού εστίαζε και εγώ άλλα συγκράτησα. Θα με περάσουν για τρελή, για επιπόλαια. Άλλα ντάλλων. Αλούυυ φαν παρκ. Εγια μόλα έγια λέσα


Δεεεν είμαι εγώ για comments


Εξάλλου όταν ξεκίνησα το blog είχα σκοπό να μιλήσω, να πω αυτά που με απασχολούν, αυτά που παρατηρώ σε μένα αλλά και στους άλλους. Μου αρέσει να παρατηρώ, να σκέφτομαι, να αναλύω αυτά που διαβάζω. Ακόμα ακόμα και να διασκεδάζω ή να γελάω με τα αστεία ή με τις περιπέτειες των bloggerάδων που πολλές φορές είναι πολύ ενδιαφέρουσες και πολύ ζωντανές. Αλλά όλα αυτά αθόρυβα.

Οι σκέψεις οι δικές μου, τα βιώματά μου, τα αισθήματα μου έτσι όπως τα γράφω είναι ακριβώς όπως τα σκέφτομαι. Και όταν τα σκέφτομαι μόνη μου ο μόνος που με κρίνει, με διορθώνει, με μαλώνει ή με ενθαρρύνει είναι ο εαυτός μου, η συνείδησή μου. Δεν μπορώ εύκολα να αφήσω αυτόν τον ρόλο στους άλλους.

Ήταν όμορφα που απέκτησα ‘φίλους’ και αλληλοσχολιάζαμε. Γελούσα πολύ με μερικούς, συμπονούσα πολλούς και καταλάβαινα και ένιωθα πάρα πολλούς. Η ειλικρίνεια είναι διάχυτη σε αρκετούς και τους συμπάθησα πολύ. Θα ήθελα να τους είχα γνωρίσει και στην πραγματικότητα. Να τα λέγαμε μαζί κάποια δύσκολα βράδια, να μελαγχολούσαμε μαζί ή να ξεσπάγαμε μαζί. Να διαφωνούσαμε αλλά και να συμφωνούσαμε σαν φίλοι. Να ξεραινόμασταν στα γέλια τόσο που να κρατάμε τις κοιλιές μας από τον πόνο ή να χτυπάγαμε φιλικά ο ένας την πλάτη του άλλου.

Μπήκα για λίγο σε έναν άλλο κόσμο νέο και όμορφο, που όμως δεν ήταν ο σκοπός μου και ούτε θα γίνει. Η ζωή μου έχει άλλες αναζητήσεις, έχω πάρει άλλους δρόμους και θέλω να τους περπατήσω μέχρι τέλους.



Γι αυτό κλείνω τα comments



Δεν θέλω να ξέρω αν αυτά που γράφω αρέσουν ή όχι. Είναι σωστά ή λάθος. Με εκθέτουν ή όχι. Αν είναι κατανοητά ή όχι. Αν φαίνονται οι ανασφάλειές μου ή όχι. Οι φόβοι μου και τα άλυτά μου αν είναι σαν όλων ή αν είναι μόνο δικά μου. Αν είμαι ώριμη ή ανώριμη τελικά. Δεν θέλω κάποιος να προσπαθήσει να με πείσει για την άποψή του με επιχειρήματα. Βαρέθηκα να ακούω αυτή την λέξη "επιχειρήματα". Την μισώ. Είναι μια λέξη που την χρησιμοποιούν κυρίως οι γραμματιζούμενοι, αυτοί που ξέρουν να χειρίζονται τον λόγο και πολλές φορές το μόνο που θέλουν είναι να ξεκινήσουν κουβέντα όχι για το καλό σου αλλά για να βρούν ακροατήριο, πεδίο για να εξασκήσουν την αγαπημένη τους τέχνη. Να κάνουν την πνευματική τους γυμναστική και στο τέλος να κοιμηθούν στο κρεβατάκι τους σαν τα πουλάκια, κουρασμένοι και πιασμένοι απο την άσκηση. Πλάκα έχει όταν βρίσκονται 2 τέτοιοι όμοιοι και προσπαθούν να πείσουν ο ένας τον άλλο με συγκρατημένο και πολιτισμένο θυμό. Τότε γίνεται ένας κρυφός πόλεμος. Κάποιος πρέπει να νικήσει. Δυο αγύριστα και πεισμωμένα κεφάλια που δίνουν κουτουλιές το ένα στο άλλο μέχρι κάποιο να σπάσει.
(ξέφυγα πάλι)

Θα συνεχίσω να διαβάζω αθόρυβα όλους όσους διάβαζα και να βρίσκω νέους που για κάποιο λόγο θέλω να τους διαβάζω. Με κάποιους νιώθω πολύ οικεία και θα συνεχίσω να κάνω σχόλια (αν μου το επιτρέπουν) όποτε θα έχω κάτι να πω αλλά όχι τόσο συχνά όσο πριν.



Όμως θα είμαι εδώ, και θα είμαι καλά :-)))))