Σάββατο, Μαρτίου 31, 2007

Το ταμείο και άλλα άσχετα.





Άνοιξαν πάλι οι δουλειές. Αυτό το Πάσχα πάμε καλά. Τρέχω και δεν προλαβαίνω. Πονάει πάλι η πλατούλα μου, η μεσούλα μου και ... ω! ... μέσα σε μια βδομάδα άρχισε πάλι να με ενοχλεί ο κάλος στο πόδι. Αλλά χαλάλι. Να γεμίσει το ταμείο επιτέλους να είμαι εντάξει και γω στις υποχρεώσεις μου. Βλέπεις, αν δεν γεμίσει το ταμείο από πού θα δώσω τα δώρα στους υπαλλήλους? Και ο υπάλληλος, δουλέψει δε δουλέψει, το δώρο του το απαιτεί. Με το δίκιο του βέβαια, αλλά και το αφεντικό από πού να τα βρεί αν δεν γεμίσει αυτό το συρτάρι-εφιάλτης? Όσο και να σφιχτεί το αφεντικό, φράγκα δεν θα γεννήσει!

Δεν έχω χρόνο όχι μόνο να blogίσω αλλά ούτε να ζήσω. Και το χειρότερο όλων είναι ότι δεν πήγα να κάνω και τις προγραμματισμένες εξετάσεις μου. Βέβαια αυτό είναι άλλο θέμα. Όλο το αναβάλω. Όχι γιατί δεν προλαβαίνω όπως παραμυθιάζω τον εαυτό μου, αλλά γιατί φοβάμαι, και αυτό βαθιά μέσα μου το ξέρω. Πέρασαν 10 μέρες και όλο βρίσκω δικαιολογίες για να μην παω, πχ σήμερα δεν νιώθω καλά άρα δεν θα βγουν καλές οι εξετάσεις, χτες ξεχάστηκα και έφαγα ψάρι, ή χτες ήπια σμιρνόφ άρα το αλκοόλ θα επηρεάσει το αποτέλεσμα, ή σήμερα βρέχει και θα γίνω χάλια πού να τρέχω τώρα, ή σήμερα έχω πολλά τρεχάματα με τη δουλειά και δεν μπορώ να λείψω, και άλλες τέτοιες σαχλαμάρες που ξέρω πολύ καλά ότι είναι σαχλαμάρες αλλά εκείνη την ώρα που τα σκέφτομαι μου φαίνονται πολύ λογικά. Και να φανταστείς μόνο αίμα θα μου πάρουν. Μια τσιμπιά και τέρμα. Υπόθεση 5 λεπτών είναι, αλλά πάλι δειλιάζω.
Πού να πάρω και τα αποτελέσματα δηλαδή!


2ο άσχετο


Η "λυκοφίλη" κλαίγεται παντού. Πήρε τηλέφωνο σε μια κοινή μας φίλη και με κλάματα της έλεγε πως δεν έφταιγε αυτή για ότι έγινε και κάτι τέτοια. Μου ταπε η κοινή μας φίλη «χαρτί και καλαμάρι» όλα. Και φυσικά με υποστήριξε. Αλλά της είπα ότι δεν θέλω να μαθαίνω νέα της λυκοφίλης άλλο, γιατί έχει τελειώσει αυτό το άτομο για μένα και η όλη φάση με στεναχωρεί.



3ο άσχετο


Ήρθε ένας πελάτης στο μαγαζί. Χονδρέμπορας με όλη τη σημασία της λέξης. Πολλά λεφτά ο τύπος, το τσεκάραμε και με άλλους του συναφιού, μόνο που δεν έχει πολλά "πάρε-δώσε" με το δικό μας επάγγελμα. Και επειδή όλο λεφτά ακούμε και λεφτά δεν βλέπουμε και οι καιροί είναι ύποπτοι, θέλει μεγάλη προσοχή.

Πάρκαρε τη γυαλιστερή μερσεντές του έξω από το μαγαζί μας (ήθελε να τη δούμε οπωσδήποτε) και μπήκε μέσα με τις γυαλιστερές χρυσές αλυσίδες του, και με την πουράκλα του που ήταν 2 μέτρα μάκρος και τόσο χοντρή που τα δάχτυλά του έκαναν σπαγγάτο για να την κουμαντάρουν. Και αφού μας φλόμωσε με τον καπνό του και μας τύφλωσε με την γυαλάδα του, έκανε μια παραγγελία ψιλολόι 180 € (και με παζάρια παρακαλώ). Άντε λες, δε βαριέσαι, είναι μια μικρή αρχή που μπορεί να έχει ενδιαφέρουσα συνέχεια.

Άργησε 5 βδομάδες να ρθει να παραλάβει το εμπόρευμα, και με το συναφεντικό σκεφτήκαμε ότι μάλλον θα μας έμενε αμανάτι. Βλέπεις δεν πήραμε προκαταβολή για να μην τον προσβάλουμε τον φαινομενικά πλούσιο και μας περάσει για γύφτους. Εμφανίζεται λοιπόν χτες για το εμπόρευμα, λαμπερός και φουντωτός, μόνο που δεν κουβαλούσε μετρητά πάνω του, όπως είπε.

-Ωραία, θα παραλάβω τώρα το εμπόρευμα γιατί βιάζομαι και θα σας εξοφλήσω εντός των ημερών, είπε.

Πολύ σίγουρο σε βλέπω γυαλιστερέ!

- Λυπάμαι αλλά πρέπει να εξοφληθεί τώρα, του είπα με το αθώο χαμόγελο που διαθέτω για κάτι τέτοιες περιπτώσεις.

Ασε, μας τα παν κι άλλοι. Αν με το «καλημέρα σας» μου αφήνεις φέσι, φαντάζομαι ποια θα είναι η συνέχεια

- Θα σας δώσω ένα γραμμάτιο τότε ......

ΓΡΑΜΜΑΤΙΟ ???????? Που ζεις άνθρωπέ μου? Γραμμάτιο??? Και δηλαδή, κουβαλάς μαζί σου "γραμμάτια"? Για κορόϊδο με πέρασες? Μόνο οι τελειωμένοι δέχονται γραμμάτια τη σήμερον ημέρα! Απ αυτό και μόνο καταλαβαίνω που το πας

-Αχ, λυπάμαι αλλά δεν δουλεύουμε με γραμμάτια. Του είπα τάχα εμφανώς λυπημένη

-Επιταγές δέχεστε? Με ρώτησε τελικά φανερά εκνευρισμένος.

Επιταγή για 180 € ? Μωρ τι "μπακάλης" είσαι συ! Μήπως η μερσεντές η γυαλιστερή είναι λίζινγκ φιλάρα? Μήπως είναι νοικιασμένη? Μήπως είναι δανεικιά? Μήπως η πουράκλα είναι στριφτό καμουφλαρισμένο? Μήπως οι αλυσίδες είναι τσίγκινες? Μήπως χρωστάς παντού και σκοπεύεις να ρίξεις φούντο?

-Φυσικά και δεχόμαστε, του είπα όλο ευγένεια με κείνο το αθώο και τάχα ειλικρινές χαμόγελο.

Και μου κοψε 6 μηνη επιταγή για 180 € !!!!!!!!!!!!




Και τώρα εγώ θα πρέπει εκτός από την δική μου υγεία να προσεύχομαι και για την υγεία αυτού του χονδρέμπορα, για να μην πάθει καμιά καρδιακή προσβολή και μου μείνει η επιταγή κωλόχαρτο.



Σάββατο, Μαρτίου 24, 2007

«Αθλητικές φόρμες». Δεν είναι στο στυλ μου, τι να κάνουμε!





Μου αρέσει το άθλημά μου πολύ. Όμως προέκυψε τα τελευταία χρόνια στη ζωή μου και δεν είμαι εξοικειωμένη με το όλο σύνολο που το περιβάλει. Πχ ήρθε η ώρα να αλλάξουμε τις φόρμες της ομάδας. Αλλο σχέδιο, άλλο κόψιμο, άλλο χρώμα.

Εμένα γενικώς οι αθλητικές φόρμες δεν με ενθουσιάζουν. Ναι, τις φοράω στο σπίτι όταν είμαι ανευ γκόμενου ή όταν κάνω δουλειές ή θα τις βάλω για να πάω στο σουπερμάρκετ της γειτονιάς όταν βαριέμαι να ντυθώ, αλλά δεν είναι στο στυλ μου να τις φοράω και έξω. Στους άλλους αθλητές είναι η δεύτερη φύση τους αφού από πιτσιρίκια μεγάλωσαν με αυτές και δεν το σκέφτονται καθόλου. Συν τις άλλοις έχουν ένα σωρό φόρμες Adidas Nike και άλλες φιρμάτες, όπως και σπορτέξ και σάκους και όλα τα σχετικά και θαυμάζονται ή ζηλεύονται μεταξύ τους. Εγώ με τα κανονικά μου ρούχα πάω στο «προπονητήριο» και με τα ρούχα γυρνάω. Την φόρμα την φοράω μόνο όταν πάμε σε αγώνες αλλά και πάλι δεν μου αρέσουν επάνω μου.

Οι νέοι αθλητές μεγαλώνουν σε αυτό το κλίμα και συνηθίζουν από μικροί. Εγώ όμως που μεγάλωσα όπως όλος ο παλιός κόσμος μακριά από γυμναστήρια και αγώνες, και τα έβλεπα (αν τα έβλεπα) μόνο στην τηλεόραση και δεν ήξερα από αυτά, καλούμαι τώρα στην ηλικία μου να αποκτήσω άλλο στιλ που πρέπει και να μου αρέσει κιόλας. Λυπάμαι αλλά δεν μπορώ. Και το όλο θέμα με τις φόρμες που θα αλλάξουμε δεν με ενδιαφέρει καθόλου, μην πω ότι με δυσαρεστεί κιόλας. Είδα και έπαθα να συνηθίσω στις παλιές, τώρα να αλλάξω πάλι? Όμως επειδή δεν θέλω να δείχνω στους υπόλοιπους διαφορετική, αντιδραστική ή αδιάφορη, κάνω ότι ενδιαφέρομαι και ότι έχω άποψη επι του θέματος, ενώ δεν θέλω καν να φοράω φόρμες.



Βέβαια μου φαίνεται όμορφο σαν εικόνα όταν πάμε σε αγώνες και φοράμε τις φόρμες μας με το σήμα της ομάδας σταμπαρισμένο από πίσω. Με κάνει να νιώθω ότι ξεχωρίζουμε από την μάζα και ότι ανήκουμε σε έναν κόσμο διαφορετικό και ενδιαφέροντα. Ότι είμαστε μια ομάδα με κοινούς κώδικες πολύ ιδιαίτερους. Και αυτό φαίνεται από την αμφίεσή μας.

Επίσης μου αρέσει όταν πάμε σε άλλες πόλεις και μένουμε σε ξενοδοχεία. Δεν ξέρω πώς αλλά συνήθως διαμένουν εκεί και άλλες ομάδες άλλων αθλημάτων, που αυτοί έχουν άλλους αγώνες δικούς τους. Τότε το βράδυ όταν μαζευόμαστε στο σαλόνι του ξενοδοχείου, όλοι ένας αχταρμάς περίεργος, μιλάμε μεταξύ μας και γνωριζόμαστε και νιώθουμε ότι όλοι εμείς εκεί στο «σαλόνι της ξενιτιάς», μακριά από τα σπίτια μας, κάνουμε κάτι μοναδικό και ξεχωριστό από όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους. Νιώθουμε ότι είμαστε προνομιούχοι κατά κάποιο τρόπο. Ότι είμαστε εκεί με έναν μοναδικό σκοπό, το μετάλλιο, και ότι ο ένας νιώθει τον άλλο ενώ κανένας άλλος από τους υπόλοιπους ανθρώπους δεν μας καταλαβαίνει. Είμαστε εκεί στο σαλόνι μια μάζωξη ανθρώπων τελείως διαφορετικών αθλημάτων, από διαφορετικές πόλεις, με διαφορετικές νοοτροπίες, με διαφορετικές ζωές, που όμως έχουμε κάτι κοινό την λαχτάρα για το μετάλλιο και έχουμε ιδρώσει και μοχθήσει γι αυτό. Συνήθως είναι ένα Σάββατο βράδυ που ενώ οι υπόλοιποι άνθρωποι γλεντοκοπάν χωρίς σκοπό στα σκυλάδικα, ή παν στα τιγκαρισμένα μπαρ όπου τσιρίζουν για να ακούσουν τι λέν μεταξύ τους αφού η μουσική είναι στη διαπασών, και πίνουν τα μπομπένια ποτά που τους κάνουν το κεφάλι καζάνι, εμείς είμαστε εκεί μακριά από όλους, απομονωμένοι στον δικό μας κόσμο και μοιραζόμαστε εμείς οι τόσο διαφορετικοί άνθρωποι τις τόσο όμοιες ανησυχίες και αναζητήσεις.

Βέβαια αυτά τα Σάββατα δεν είναι και πολύ συχνά για μένα γι αυτό δεν τα έχω βαρεθεί ακόμα, και ίσως γι αυτό να έχουν και τόσο ενδιαφέρον. Ενώ αντίθετα για κάποιους που έχουν αγώνες πολύ συχνά ίσως να έχει καταντήσει κουραστικό και ρουτινιάρικο.



Και ξαναγυρνάω στο θέμα. Αυτή η ομοιομορφία με τις φόρμες δεν είναι και το καλύτερό μου. Εγώ μου αρέσω στα όμορφα ρουχαλάκια μου, στα τζινάκια και τις μποτούλες μου, στις ζακέτες και τις καμπαρντίνες μου, στα όμορφα χτενισμένα μαλάκια μου και στις στιλάτες τσαντούλες μου. Φυσικά δεν πάω με γόβα και ταγιέρ για προπόνηση, αλίμονο δεν είμαι χαζή. Θα φορέσω την κάζουαλ στολή μου, που όμως θα είναι μια στολή που μου ταιριάζει στα χρώματα και θα με κολακεύει. Δεν γουστάρω να τριγυρνάω με μια φόρμα που είναι φτιαγμένη για να ισοπεδώνει κορμιά και θηλυκότητες. Δεν είμαι ένα πιτσιρίκι που ακόμα δεν έχει γνωρίσει το κορμί του και τις ορμόνες του, αλλά μια γυναίκα που θέλει και προσπαθεί να αρέσει ρε γαμώτο! Γι αυτό παρόλο που νιώθω ότι πρέπει να κυκλοφορώ με τη στάμπα της ομάδας, το αποφεύγω όσο μπορώ.


Και μιάς και μιλάω για το άθλημα, και επειδή ως γνωστόν πηδάω από το ένα θέμα στο άλλο, θα αναφέρω κάτι για τον προπονητή μου ο οποίος ελπίζω να μην bloggίζει, καταλάβει ποια είμαι και με ταράξει στο βρισίδι.

Λοιπόν είναι κάποιες φορές που ενώ κάνουμε την συνηθισμένη προπόνηση, αυτός επικεντρώνεται σε κάποιον αθλητή και σε όλη τη διάρκεια ασχολείται μαζί του.

Και ασχολείται όχι με καλό και ευγενικό τρόπο αλλά με άγριο και επιθετικό. Και του λέει πχ του καημένου αθλητή «δεν συγκεντρώνεσαι» «που τρέχει το μυαλό σου?» «τι σκέφτεσαι τον γκόμενο?» «Τι βλακείες κάνεις? Που είναι η τεχνική? Μάλλιασε η γλώσσα μου να σας τα λέω και σεις κάνετε του κεφαλιού σας?» «Γιατί το έκανες αυτό και γιατί εκείνο?» «βρε, τώρα μόλις δεν στο είπα? Γιατί το ξανακάνεις?» «τι αγναντεύεις εκεί? Ονειρεύεσαι? Να πας σπιτάκι σου αν θες να κοιμηθείς. Εδώ δουλεύουμε δεν παίζουμε, πάρτε το χαμπάρι όσο είναι καιρός». Και βάζει τις αγριοφωνάρες του. Και πολλές φορές ωρύεται στα καλά του καθουμένου. Δεν ξέρω αν αυτό είναι μέρος κάποιας προπονητικής αρχής και αν έχει κάποιο συγκεκριμένο σκοπό. Ίσως να θέλει να ταρακουνήσει όχι μόνο τον αθλητή που του επιτίθεται αλλά και όλους εμάς τους υπόλοιπους που ακούμε, και να βγάλει έτσι το 110% των δυνατοτήτων μας, αλλά εμένα με στεναχωρεί.

Όταν πρωτοασχολήθηκα με το άθλημα, αλλά κυρίως όταν είδε ότι έχω κάποιες δυνατότητες, το έκανε και σε μένα. Μου φώναζε στα καλά του καθουμένου και ένιωθα ότι με ξευτέλιζε. Μου ρχόταν να τον βρίσω κανονικά, να του αντιγυρίσω τις φωνές και να του πω «ποιος νομίζεις ότι είσαι ρε? Με ξέρεις και από χτές? Πώς τολμάς και μου μιλάς έτσι?» και να φανταστείς είμαστε σχεδόν συνομήλικοι!!!

Βλέπεις στη ζωή μου δεν ανέχομαι να μου μιλάει κανένας με τέτοιο τρόπο. Γενικώς όταν κάνω ένα λάθος μετανιώνω, προσπαθώ να το διορθώσω και να μην το ξανακάνω. Αυτοτιμωρούμαι και αυτοβρίζομαι εγώ η ίδια τόσο πολύ για τα λάθη μου που δεν ανέχομαι άλλος να μου πεί κουβέντα. Δεν επιτρέπω καμία επίπληξη από κανέναν, γιατί εγώ η ίδια έχω καταλάβει το λάθος μου και προσπαθώ με νύχια και με δόντια να το διορθωθώ και να βελτιωθώ.

Αλλά παρόλαυτά και επειδή έβλεπα ότι κανένας δεν αντιμιλούσε στον προπονητή ποτέ, καθόμουν και τον άκουγα να μου βάζει τις φωνές υπάκουα σαν χαζή, ενώ μέσα μου φούντωνα και όλο το αίμα ανέβαινε στο κεφάλι μου και φανταζόμουν να τον πλακώνω στο ξύλο. Η εξωτερική μου αντίδρασή όμως ήταν απλώς να μην του μιλάω.



Μου έλεγε πχ ουρλιάζοντας «γιατί τοκανες αυτό?». Τίποτα εγώ.

«Σε ρώτησα γιατί το κανες αυτό?». Τίποτα εγώ.

«Κουφή είσαι κοπέλα μου?» και απαντούσα τελικά «Προσπαθώ όσο μπορώ».

«Δεν σε βλέπω να προσπαθείς και πολύ». Τίποτα εγώ

«ΔΕΝ ΣΕ ΒΛΕΠΩ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ ΕΙΠΑ.». Τίποτα εγώ.

«Όταν σου μιλάω ΝΑ ΜΟΥ ΑΠΑΝΤΑΑΑΣ». «Προσπαθώ σας είπα όσο μπορώ».

«Θέλω περισσότερο μ ακούς?» Τίποτα εγώ.

«Στον βρόντο μιλάω?» «Θα προσπαθήσω περισσότερο» έλεγα ήρεμα και εκνευριστικά για τον προπονητή, γιατί αυτή η εξωτερική ηρεμία μου η σχεδόν αδιαφορία τον εκνεύριζε περισσότερο.

Και βλέποντας ότι δεν συμμετέχω στον ξεφτιλισμό μου με παρατούσε.




Ομως με τον καιρό, όταν είδε ότι προσπαθώ περισσότερο απ όλους και ότι ερχόμουν κουρασμένη μετά τη δουλειά με την ψυχή στο στόμα για προπόνηση και ότι πολλές φορές έχανα τις προπονήσεις γιατί καθόμουν και δούλευα μέχρι αργά, με άφησε στην ησυχία μου.

Δεν ξέρω αν αυτή η συμπεριφορά του είναι μέρος κάποιου προπονητικού σχεδίου ή αν εκείνες τις μέρες είναι στις μαύρες του και ξεσπάει πάνω μας. Πάντως εμένα προσωπικά δεν μου αρέσει. Γιατί πιστεύω ότι μπορείς να βγάλεις τα καλύτερα από έναν άνθρωπο με ευγενικό και ήπιο τρόπο. Ποτέ με άγριο και προσβλητικό. Και κυρίως όταν πρόκειται για σχετικά νέα παιδιά που ακόμα δεν έχουν ψηθεί στη ζωή και δεν έχουν μάθει να υπερασπίζονται τον εαυτό τους.

Μήπως όμως από την άλλη όλο αυτό βοηθά στην η σκληραγώγηση και στην πειθαρχία τους? Μήπως έτσι γίνονται οι μεγάλοι αθλητές? Μήπως με αυτόν τον τρόπο δαμάζει τα αγρίμια και τα κάνει να υπακούν στις εντολές του? Γιατί αθλητής που δεν υπακούει στις εντολές του προπονητή είναι ένα άχρηστο εργαλείο, όσο ταλέντο και να έχει.

Δεν ξέρω.

Το περίεργο όμως είναι ότι παρόλο που "επιτίθεται" σε κάποιον αθλητή και νομίζω ότι τον ξεφτιλίζει, μετά το πέρας της προπονήσεως αυτός ο ίδιος ο αθλητής δεν φαίνεται να νοιάζεται και πολύ γι αυτό που έγινε, ενώ αντιθέτως μετά είναι "τριαλαλά και τριαλαλό". Όλα ωραία και καλά. Και τα αστειάκια του θα κάνει με τους συναθλητές του και θα φύγει και με το χαμόγελο. Μη σου πω ότι το χαμόγελό του είναι και μεγαλύτερο από ότι ήταν όταν ήρθε!
Μα παιδάκι μου καλό, σου έβαλε τις φωνές πριν λίγο ο προπονητής. Σου μίλαγε λες και ήσουν σκουπίδι. Δεν το γράφεις κάπου? Δεν το κρατάς Μανιάτικο? Τι συμβαίνει ρε παιδιά? Όλοι εσείς οι νέοι είστε αναίσθητοι? Ή μήπως από το ένα αυτί μπαίνουν και απ το άλλο βγαίνουν? Ή μήπως το γεγονός ότι ασχολήθηκε ο προπονητής με σένα και σε ξεχώρισε από τους άλλους για τον οποιοδήποτε λόγο, αυτό σε ανεβάζει και σε κάνει να νιώθεις ξεχωριστή?

Πραγματικά απορώ.





Καλέ και τιμημένε μου κύριε Προπονητά, αν ποτέ διαβάσετε τυχαία αυτή την εκμυστήρευση να ξέρετε ότι δεν είμαι εγώ αυτή που νομίζετε ότι το έγραψε, και μην μ αρχίσετε στα μπινελίκια σας παρακαλώ. Εντάξει? :-))





Και ενόσω έγραφα για τις φόρμες του συλλόγου, με πήρε τηλέφωνο η «λυκοφίλη» να πάμε για καφέ και να τα ξαναβρούμε!!! Ακουσον άκουσον! Μα καλά πού ζει το άτομο?

Μακριά από μένα, «πίσω μου σ έχω ...... παρελθόν»






Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007

«Παγκόσμια αποκλειστικότητα: ο Λεωνίδας ΔΕΝ πέθανε».



Ναι, καλά διαβάσατε αγαπητές μου φίλες. Όλες εσείς που θρηνείτε τον άδικο χαμό αυτού του παλικαριού, του ατέλειωτου κορμιού, του 2 μέτρα πόδι , 5 στρέμματα πλάτη και πέτρινους κοιλιακούς κατάλληλους μόνο για αγκαλιές, ναι εσείς λέω σταματήστε το κλάμα επι τόπου. Ο Λεωνίδας ΖΕΙ !!!!




Ήδη στην Αμερική γυρίζεται το «300. Η αληθινή ιστορία» (Νο 2) με πρωταγωνιστές τους 300 και μοναδική πρωταγωνίστρια την ανεπανάληπτη, και κατά γενική ομολογία ταλαντούχα, καταπληκτική και πανέμορφη Ελληνίδα κουκλάρα την Gademissa Katsikopodarou. Χαρακτηριστική είναι η ατάκα της Gademissas από την νέα ταινία όπου φωνάζει στους 300 “Spartiaaans. Τonight- you’ll dine- in my- AAAAAAARMS” η οποία και θα αποτελέσει το τρέϊλερ του sequel.

Φήμες λένε ότι ο πασίγνωστος Gerard Butler (ο κατά κόσμον Leonidas) την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα από την πρώτη στιγμή που την αντίκρισε στα γυρίσματα. Μάλιστα ακούγεται ότι ήδη από τις πρώτες μέρες της γνωριμίας τους εκτίμησε τον καθάριο χαρακτήρα της εκτός από τα άλλα πλούσια χαρίσματά της, και τη ζήτησε σε γάμο χαρίζοντάς της ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι 800 καρατίων, κληρονομιά της προπρογιαγιάς του λαίδης Ritch της Σκωτίας (της γνωστής οικογενείας).

Όμως η Gademissa πιστή στις αρχές της ενάντια στον γάμο-θηλιά, αρνήθηκε ευγενικά τα πλούτη, τη δόξα και τις πιθανές παχυλές διατροφές και του ζήτησε μόνο την αγνή και άδολη αγάπη του. Ο "Λεωνίδας" δεν πίστευε στα αυτιά του, και όπως μαρτυρούν άτομα του περιβάλλοντός του αναφώνησε « ώστε υπάρχουν στ αλήθεια τέτοιες γυναίκες?!!!!» και απόθεσε τους κοιλιακούς του στα πόδια της ηρωικής Gademissas.

Τότε η Gademissa έσκυψε, τον φίλησε τρυφερά και τον σήκωσε λέγοντάς του
«Αγαπημένε μου Λεωνίδα, δεν σε θέλω μόνο για τους κοιλιακούς σου, αλλά για όλο το κορμί σου» και το τι έγινε δεν περιγράφεται. Αναστέναξαν τα παρασκήνια. Γκρεμίστηκαν τα σκηνικά. O "Λεωνίδας" σαν πούπουλο πετούσε την χαμογελαστή Gademissa δεξιά και αριστερά και μετά ορμούσε κατά πάνω της με αυτά τα απίστευτα σαλταρίσματα που έκανε και στην ταινία (ξέρεις ντε, αυτά με το γκρό πλαν από κάτω) και έπεφτε μαινόμενος στην ηρωίδα Ελληνίδα Gademissa, η οποία από καιρό τώρα εξασκούνταν για την αγκαλιά του σηκώνοντας βάρη και διαβάζοντας μανιωδώς αρχαία Ελληνικά.



Λίγα λόγια για το sequel.



Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φώς νέα ευρήματα που αλλάζουν τα ιστορικά δεδομένα για την μάχη των Θερμοπυλών. Σύμφωνα με τα ευρήματα αυτά, οι Αθηναίοι έκαναν εκείνο τον καιρό πειράματα και κατασκευές για ένα υποτυπώδες αρχαίο υποβρύχιο (το πρώτο ιστορικά) που το ονόμασαν «Υποτηνθάλατταν». Ήταν βλέπεις άσσοι στην ναυσιπλοΐα και στις θαλάσσιες κατασκευές γενικότερα . Κατασκεύασαν λοιπόν εκείνο τον καιρό το πρόχειρο υποβρύχιο και το έστειλαν να παραλάβει στα κρυφά τους 300. Δεν το έκαναν για καλό βέβαια (εννοείται!!!). Κατά βάθος μισούσαν τους Σπαρτιάτες αλλά ήθελαν να το παίξουν καλοί και να φανούν ήρωες στους υπόλοιπους Έλληνες. Ήξεραν ότι αυτή η προχειροκατασκευή ήταν σαχλαμάρα και ότι μάλλον θα βυθίζονταν. Έστειλαν λοιπόν το ψευτοϋποβρύχιο γελώντας και κοροϊδεύοντας.

Την κρίσιμη στιγμή προς το τέλος της μάχης, ο Λεωνίδας με το καταπληκτικό αετίσιο βλέμμα του (αααααχ) είδε το «Υποτηνθάλατταν» αραγμένο εκεί ανάμεσα στα βράχια.

«Αθήναιαιαιιιιιιιιιιι?????» Ρώτησε φωναχτά.

«Ναι ρε κωλοσπαρτιάτη γαμώ το κεράτιόν μου, τι ερωτάς και μας μαρτυράς? Αφού μας οράς. Πάρτε τα ποδάρια σας πριν μας φάνε μπαμπέσικουμ!!!» του απάντησε ο πλοίαρχος επίσης φωναχτά.

Και τρέξαν πίσω από τα βράχια. Επιβιβάστηκαν γρήγορα γρήγορα και καταδύθηκαν. Οι "ξέρξες" χαμπάρι δεν πήραν. Τους είδαν που χάνονταν πίσω από τα βράχια αλλά μετά δεν τους έβρισκαν με τίποτα. Πίστεψαν ότι ήταν ομαδική αυτοκτονία των 300 με πνιγμό, αλλά επειδή δεν υπήρχαν πτώματα εφεύραν τον γνωστό θάνατό τους και τον διέδωσαν παντού, έτσι, για να έχουν απτές αποδείξεις. Βάλαν δηλαδή για πεθαμένους (αφού τους αποθάνανε) κάποιους "ξέρξες" που μοιάζαν στους 300 φυσιογνωμικά. Βέβαια έγινε διαγωνισμός για την επιλογή του "Πιο Spartas κι απ τους Spartas". Για την επιλογή των σωσίων μοναδικό μέλος της κριτικής επιτροπής ήταν ο Εφιάλτης που γνώριζε καλά τους 300. Φυσικά αντιδράσεις και διαμαρτυρίες για ευνοϊκή μεταχείριση υποψηφίων υπήρξαν και τότε, όπως άλλωστε συμβαίνει σε κάθε διαγωνισμό, αλλά τα κείμενα μαρτυρούν ότι ο διαγωνισμός ήταν αδιάβλητος.

Τα αρχαία κείμενα που ήρθαν στο φως και φέρουν την υπογραφή της Πρώτης γυναίκας Ιστορικού όλων των εποχών της λεγόμενης Γαδέμισσας της Θαρραλέας, ξεκαθαρίζουν σε αυτό το σημείο τι ακριβώς έγινε με τον Λεωνίδα. Της οποίας να σημειώσουμε, το ογκώδες έργο που ήταν καλά κρυμμένο σε υπόγειες κρύπτες κοντά σε σπηλιά των Θερμοπυλών και ανακαλύφθηκε αυτές τις μέρες, μελετάται επισταμένως και όταν ολοκληρωθούν οι μελέτες θα προβούμε σε επίσημες ανακοινώσεις.

Αναφέρει λοιπόν ότι τους 300 τους βοήθησε ο θεός Αίολος με άπνοια, και έτσι παρόλο το πρωτόγονον της κατασκευής του το «Υποτηνθάλατταν» κατάφερε να κινείται πολύ κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας. Για κινητήριο μηχανή είχαν τους δούλους που φορούσαν κάτι κατασκευές σαν βατραχοπέδιλα και τα κουνούσαν συνέχεια, και με κούφια καλάμια που η μία άκρη ήταν στα στόματα και η άλλη στην επιφάνεια ανέπνεαν. Και έτσι κατάφεραν και ως εκ θαύματος Ποσειδώνα έφτασαν ως την Αθήνα ζωντανοί!!!!!

Εκεί, για να μην χαλάσουν την Ιστορία, το Ηθικόν δίδαγμα, και το παράδειγμα Θάρρους και Αυτοθυσίας του Λεωνίδα και των 300 που είχε ήδη διαδοθεί σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, αποφάσισαν από κοινού οι 300 να γυρίσουν στο Sparta αλλά μυστικά, και να αποκτήσουν νέα ταυτότητα χωρίς ποτέ να αποκαλύψουν ποιοί πραγματικά είναι. Γιατί ήθελαν αυτά τα μηνύματα να ταξιδέψουν στον χρόνο και να γίνουν πηγή έμπνευσης για όλους τους ανθρώπους και όλους τους λαούς.

Για να κάνουν όμως αυτό το νέο ξεκίνημα έπρεπε να περάσει αρκετός χρόνος για να τους ξεχάσουν όλοι. Βέβαια υπήρχε πάντα ο φόβος να τους αναγνωρίσει ο γυναικείος πληθυσμός από τα χαρακτηριστικά θεϊκά κορμιά που είχανε και που ακόμα και σε μένα θα μείνουν αξέχαστα. Αλλά είπαν να το ρισκάρουν, όπως ρισκάρισαν τόοοοσα και τόσα μέχρι τότε και έβγαιναν πάντα κερδισμένοι.

Αποφάσισαν όμως να αποκαλύψουν την αληθινή τους ταυτότητα μόνο σε αυτούς που αγαπούσαν. Έτσι ο Λεωνίδας ξαναέσμιξε με την αγαπημένη του βασίλισσα και ξαναέγινε βασιλιάς, όμως με άλλο διάσημο ιστορικό και ηρωικό όνομα(once a hero allways a hero). Γιατί τα όμορφα παλικάρια ποτέ δεν χάνονται.







Και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Τετάρτη, Μαρτίου 14, 2007

Η Σάσα η «εχθροφίλη» μου.








Ε καλά, δεν είναι ακριβώς έτσι, αλλά έτσι θέλω να την σκέφτομαι προς το παρόν. Μέχρι, και ΑΝ μου περάσει ο θυμός.




Γνωριζόμαστε με τη Σάσα απ το σχολείο που ήμασταν φίλες. Τα χρόνια περάσαν και άλλοτε βρισκόμασταν, άλλοτε χανόμασταν, αλλά φτάσαμε μέχρι σήμερα να έχουμε μια κάποια πορεία. Η Σάσα πάντα με θεωρούσε φίλη της, αλλά εγώ μεγαλώνοντας και βλέποντας ή ζώντας καταστάσεις κατάλαβα ότι η Σάσα δεν ήταν και ότι καλύτερο, οπότε την κράτησα σε μια σχετική απόσταση.

Η Σάσα είναι άνθρωπος που δεν μπορεί να δει πέρα από τον εαυτό της. Δεν μπορεί να νοιαστεί για κανέναν άλλο άνθρωπο και αυτό δεν το κάνει επίτηδες. Δυστυχώς δεν μπορεί. Είναι πέρα από τις δυνάμεις της, και όσο και να δείχνει ότι νοιάζεται για του άλλους το κάνει μόνο και μόνο για να σου τραβήξει την προσοχή και μετά να ασχοληθείς με το άτομό της και τις δικές της ανάγκες. Δεν είχε ποτέ κανένα ενδιαφέρον στη ζωή της παρά μόνο για τον εαυτό της και για τον άντρα που θα τύχαινε να έχει. Ποτέ μα ΠΟΤΕ στη ζωή της δεν διάβασε εξωσχολικό βιβλίο, ούτε κάν bell ή έστω ένα Άρλεκιν βρε αδερφέ, και η μόνη εξέλιξή της στον πνευματικό τομέα είναι τα τηλεπεριοδικά που άρχισε να διαβάζει τα τελευταία χρόνια. Τηλεόραση βαριέται να βλέπει, σινεμά επίσης βαριέται, θέατρο δεν ξέρει τι θα πει, μέσα βαριέται να κάθεται, και γενικώς δεν ξέρει τι να κάνει με τον εαυτό της. Γι αυτό ήθελε πάντα να είναι με έναν άντρα ο οποίος έδινε νόημα στην ύπαρξή της. Σε αυτήν την απίστευτη βαρεμάρα το μόνο που την έσωζε πάντα ήταν η πολύ ωραία εμφάνισή της, που ήταν και το δόλωμα για να την πλησιάζουν και να κάθονται οι άντρες μαζί της.

Και έτσι ενώ μεγάλωνε σε ηλικία, και θα περίμέναμε ίσως ώριμες αντιδράσεις από μέρους της, αυτή παρέμεινε στα μυαλά και στην ασχετοσύνη μια 16 χρονη. Είναι αυτό που λέμε «στόκος» στο μυαλό. Εγώ, λόγω της μακρόχρονης γνωριμίας μας, και όσο δεν έμπαινε στα χωράφια μου, την έκανα παρέα και πολλές φορές περνούσα και καλά μαζί της. Πίστευα δε, ότι εμένα με ένιωθε πιο κοντά της ή έτσι έλεγε τουλάχιστον αφού μου εξομολογούνταν τα Πάντα.


Ο Μ.


Η Σάσα στη ζωή της είχε 4 μεγάλες σχέσεις και μερικές μικρές. Η προτελευταία κράτησε σχεδόν 4 χρόνια και με αυτόν συζούσαν κανονικά. Αυτός είχε καλή δουλειά ενώ η Σάσα δούλευε περιστασιακά (ως συνήθως) γιατί όποτε την ενοχλούσε κάτι τα βροντούσε και έβρισκε άλλη. Βλέπεις ο Μ ήταν καλό οικονομικό backup και η Σάσα το παιζε άνετη και ωραία. Έλα μου όμως που ο Μ κάποια στιγμή άλλαξε, την βαρέθηκε και σηκώθηκε και έφυγε!

Της Σάσας της ήρθε πολύ ξαφνικό, πολύ βαρύ. Όχι μόνο γιατί έχανε την σιγουριά (καλή οικονομική και συναισθηματική ταΐστρα ήταν ο Μ) αλλά έπρεπε πλέον για να συντηρεί τον εαυτό της να παλουκωθεί σε μια δουλειά, να σκύψει το κεφάλι και να υπομένει (όπως κάνει σχεδόν όλος ο κόσμος) στις όποιες συνθήκες. Γιατί η δουλειά σπανίως είναι χαρά, εκτός από τους καλλιτέχνες, μερικούς δημοσίους υπαλλήλους, και κάποιους γόνους πλουσίων που "δουλεύουν" για 3 ώρες στις γραφειάρες του μπαμπάκα έτσι για να λεν ότι κάτι κάνουν, για να νιώθουν ότι κουράζονται και ότι κερδίζουν με την αξία τους το σαββατοκύριακο στο Gstaad.

Της ήρθε λοιπόν βαρύ της Σάσας όλο αυτό. Άσε που έπεσε και η αυτοπεποίθησή της στο Ο. Είχε χάσει και πριν 5 χρόνια τον πατέρα της και κάπου αποδιοργανώθηκε. Επίσης σαν χαρακτήρας δεν μπορεί να βάλει όρια στον εαυτό της από μόνη της, και κάνει ότι μαλακία της έρθει στο κεφάλι. Μπλέκει με τον κάθε μαλάκα γιατί δεν έχει ή δεν ανέπτυξε ποτέ της κριτήριο αξιολόγησης των ανθρώπων. Έχει ανάγκη από έναν άντρα να της βάλει όρια, να την συγκρατεί, γιατί λειτουργεί σαν ένα παιδί που νομίζει ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει χωρίς να δίνει λογαριασμό, γιατί ο κόσμος όλος είναι δικός της και πρέπει να ασχολούνται όλοι με αυτήν.


Ο Ιάκωβος


Επειδή βρισκόμασταν κατά καιρούς και ήξερα το δράμα της, τότε (3 περίπου μήνες μετά τον χωρισμό της με τον Μ.) ένας πελάτης μου έκανε εγκαίνια στο μαγαζί του και με είχε προσκαλέσει. Παίρνω λοιπόν την Σάσα μαζί μου για να ξεσκάσει και λίγο που ήταν στην μαύρη μαυρίλα της, και πήγαμε. Εκεί ανάμεσα σε διάφορους βαρετούς πολυλογάδες ήταν και ο Ιάκωβος. Ένας καλλιτέχνης με την ευρεία έννοια της λέξης, πολύ καλοβαλμένος σαν άντρας, με την ωραία βαθιά μπάσα φωνή του, και τις κλασικές φιλοσοφίες του κώλου που όμως κάνουν τα ανόητα και επιρρεπή θηλυκά να υποκλίνονται μπροστά του.

Μου άρεσε και μένα ομολογώ σαν άντρας εμφανησιακά, και γι αυτό ρώτησα τον φίλο μου μεγα πηδήκουλα ( 3/8/2006) που έτυχε να είναι εκεί, μήπως τον ξέρει. Αυτός αμέσως κατάλαβε τι σκεφτόμουν και μου είπε να κρατηθώ μακριά του γιατί απ όσο ξέρει είναι μεγάλος γυναικάς ο τύπος (εμ, βλέπεις ο ένας πηδήκουλας γνωρίζει τον άλλο και φυλάει τα νώτα του. Ευτυχώς που ο ένας είναι ο φίλος μου). Το είπα αυτό και στην Σάσα που της τρέχαν τα σάλια κανονικά, αλλά αυτή στην φάση που ήταν, το «πηδήκουλας» όχι μόνο δεν την απέτρεψε αλλά την γέμισε ελπίδα ότι μπορεί να γίνει και δικός της. Έτσι του είχε γίνει τσιμπούρι όλο το βράδυ. Και να τα ξεδιάντροπα και άσχετα χάχανα της Σάσας που είναι πάντα πιο δυνατά από των άλλων για να ξεχωρίζει, και πιο απρόβλεπτα για να προλάβει να φανεί πρώτη. Και να τα έξυπνα (λέμε τώρα) σχόλια. Και να ο τσαμπουκάς και η επίθεση ή η αντίδραση στα λεγόμενα του Ιάκωβου, τάχα μου ότι διαφωνούμε και έχουμε και άποψη (εμ, είμαστε δυναμικές γυναίκες εμείς ). Και να σου οι χειρονομίες και τα ακουμπήσματα στο μπράτσο τάχα γελώντας ή τάχα τυχαία για να πάρει το ποτό της. Και να σου τα ξαφνικά έντονα βλέμματά της που τραβιούνται όμως γρήγορα, τόσο όσο να αναρωτιέται το θύμα.
Την ξέρω καλά την Σάσα. Και γω ντράπηκα λίγο, γιατί ένιωθα ότι με εξέθετε με αυτή την συμπεριφορά της στον πελάτη μου, που είναι ένας πολύ καθωσπρέπει κύριος.

Μ αυτά και με κείνα, με τα πολλά και με τα λίγα, γίναν ζευγάρι. Δηλαδή ζευγάρι τρόπος του λέγειν.

Αυτός της είπε ότι η φύση της δουλειάς του ήταν τέτοια που έπρεπε να λείπει συχνά σε ταξίδια ή να πηγαίνει σε διαλέξεις και τα τοιαύτα. Και ερχόταν στης Σάσας όποτε του κάπνιζε και όποτε μπορούσε γιατί ή είχε συνήθως πολύ δουλειά, ή έτρεχε σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις ή βρισκόταν με άλλους κουλτουριάρηδες και αντάλλασαν κωλοτουριάρικες απόψεις. Με την Σάσα μας ελάχιστες φορές βγήκαν έξω σαν κανονικό ζευγάρι, γιατί όπως της είπε, μέσα στην παρέα του ήταν και η πρώην γκόμενά του την οποία χώρισε για την Σάσα μας, και επειδή ήταν πολύ ευαίσθητη η πρώην και ακόμα ερωτευμένη μαζί του (σε σημείο αυτός τάχα μου να ανησυχεί μήπως βλάψει τον εαυτό της), δεν έπρεπε να τους δει μαζί.

Και το κουτορνίθι- η εξαρτημένη Σάσα το χαψε. Και τον περίμενε να ρθεί όποτε του κάπνιζε, και δεν τον πίεσε ποτέ γιατί πίστευε ότι έτσι θα τον έχανε. Ήθελε με τον χρόνο και την συνήθεια να του γίνει απαραίτητη και αυτός να μην ξεκολλά από πάνω της. Και είχε κάνει και κάτι κόλπα ντροπής, που μου ταλεγε και εγώ από μέσα μου έφριττα. Πχ είχε φτάσει σε σημείο να τρυπάει με βελόνα τα προφυλακτικά για να μείνει έγκυος και φαντάζεσαι τι θα γινόταν, αλλά ευτυχώς η τύχη ήταν με το μέρος του.......

Έλα όμως που κάπου μέσα της ήξερε ότι η φάση δεν θα τραβήξει. Και μου ταλεγε όταν βρισκόμασταν, και εγώ προσπαθούσα να της βάλω μυαλό, να την συνετίσω, να την κάνω να δει το ποιόν του και την πραγματικότητα, και να τον ξεκόψει. Οταν της τα λεγα συμφωνούσε μαζί μου, και έλεγε πως θα του κάνει μια κουβέντα και θα του τα ξεκαθαρίσει, να ξέρει τι της γίνεται, αλλά την επομένη ήταν πάλι η ευτυχισμένη σκλάβα του. Και ο καιρός περνούσε. Και έχοντας τον Ιάκωβο (έστω και σαν επισκέπτη) η Σάσα μπορούσε να ανεχθεί και την δουλειά της και την ίδια την ύπαρξή της. Ώσπου μια μέρα στον χρόνο πάνω........

.........έμαθε από γνωστό ότι ο Ιάκωβος κυκλοφορεί με μια τσούλα πιτσιρίκα, κόρη Κάποιου, ματσωμένη και ωραία. Της ήρθε τρέλα. Ο λεγάμενος, τάχα βαθιά στενοχωρημένος της είπε ότι το νέο αίσθημα ήταν πάνω απ τις δυνάμεις του και ότι λυπάται, και ότι η Σάσα είναι η καλύτερη κοπέλα του κόσμου και ότι αυτός δεν της αξίζει τέτοιος άχρηστος που είναι. Ετσι, αφού το παραδέχτηκε παράτησε την Σάσα "για το καλό της" και πήγε στην ωραία πιτσιρίκα του, την υποτιθέμενη τσούλα. Και από τότε η Σάσα το φυσάει και δεν κρυώνει. 5 μήνες πέρασαν και αυτή ψάχνει μανιωδώς για τον επόμενο. Όχι όμως πάλι έναν φλού και περαστικό, αλλά έναν καλό που να τον δέσει γερά, και γι αυτό θέλει να κάνει γρήγορα και ένα παιδί «θηλιά». Βλέπεις το ζητούμενό της ήταν πάντα η ταΐστρα.


Ο Λ. που προορίζονταν για μένα.



Έκανε διάφορες βλακείες στο 5 μηνο μπακουριάς μετά τον Ιάκωβο, που σχεδόν πάντα τις μετάνιωνε, ώσπου πριν λίγες μέρες μαθαίνει ότι η παρέα μου κανόνισε να βρεθώ με τον Λ.

Τον Λ δεν τον γνώριζα αλλά ήταν γνωστός μιας απο την παρέα, η οποία σκέφτηκε να μεσολαβήσει για να γνωριστούμε. Το 'κονέ' σκέφτηκε να μην πει τίποτα στον Λ για μένα, και το κανονίσαμε να βγούμε τάχα σαν παρέα "τυχαία" όλοι μαζί και έτσι να γνωριστούμε στο χαλαρό και ότι γίνει. Αυτή ήταν και η σύμφωνη γνώμη μου, γιατί το μιλημένο πάντα είναι δυσκοίλιο ενώ το χαλαρό και το παρεΐστικο είναι πιο ρομαντικό. Εγώ βέβαια απ την στιγμή που έμαθα γι αυτόν τον σκεφτόμουνα συνέχεια, είχα φουντώσει, είχα χαρεί, είχα φανταστεί, είχα ονειρευτεί, είχα αγχωθεί, τα είχα ζήσει όλα στο έπακρο, πρίν καν τον γνωρίσω (άλλη τρελάρα και γω).

Η Σάσα είχε τύχει τον Λ να τον έχει γνωρίσει πριν κάποια χρόνια, όταν είχαν πάει στα μπουζούκια (ήταν νομίζω στον Ρέμο ο οποίος είχε έρθει Θεσσαλονίκη). Τότε στην παρέα τους έτυχε να είναι και ο Λ με την τότε γκόμενά του, και η Σάσα με τον δικό της. Δεν είπαν πολλά (δεν υπήρχε και λόγος ) αλλά φυσιογνωμικά τον θυμόταν. Έτσι, μόλις μαθαίνει ότι υπάρχει ο Λ. και είναι ελεύθερος (χωρισμένος εδώ και έναμιση χρόνο περίπου) και καλό παιδί (και εγκάρδιος και πρόσχαρος όπως μου παν) και σε κοντινή σε μας ηλικία, ένα λαμπακι φώτισε στο κουκούτσι μυαλό της. Θόλωσε. Δεν την ένοιαξε τίποτα. Μπροστά της έβλεπε μόνο την ταΐστρα και αυτή πεινούσε πάαααααρα πολύ.


Η Σάσα το ίδιο βράδυ που έμαθε για την κανονισμένη φάση, παίρνει ένα άλλο τσόλι μαζί της και πάνε στο μπαράκι που συχνάζει ο Λ στην παραλία . Ναι, πρόλαβε και ψάρεψε την κοινή μας φίλη, η οποία της είπε και τα στέκια του χωρίς βέβαια να γνωρίζει τα σχέδιά της. Τάχα μου εντελώς τυχαία πέρασε από κει και μπαίνοντας τον είδε. Βλέπεις τον θυμόταν φατσικά. Και «τι κάνεις», και «πως είσαι», και «πόσος καιρός...» και κουβέντα στην κουβέντα κάτσαν μαζί. Η Σάσα μας που δεν σηκώνει το ποτό τάχα ζαλίστηκε απ τα σφηνάκια, και τάχα αυτός την πήγε σπίτι, και τάχα δεν ξέρει πώς έγινε και φιλήθηκαν και τελικά "απαυτώθηκαν".

Τώρα σε παρακαλώ, την φτύνεις ή δεν την φτύνεις? Την ξεμαλλιάζεις? Της τραβάς τον κρίκο απ το αυτί να της το ξεσκίσεις? Την ξεκοιλιάζεις με το χασαπομάχαιρο? Της κοπανάς το κεφάλι στον τοίχο και φωνάζεις από πάνω της «τσούλα, πουτάνα, καργιόλα θα σε λιώσω σαν σκουλήκι»?

Και εννοείται ότι δεν θα μετάνιωνε για τίποτα αν δεν μαθαίναμε στην πορεία ότι ο τύπος είναι κολλημένος στην πρώην του.


Η «πρώην» του Λ.



Η πρώην του ήταν από την Σπάρτη αλλά δούλευε εδώ. Αυτός ήταν ερωτευμένος μαζί της (γι αυτήν δεν ξέρουμε, αλλά υποθέτουμε εμείς τα 'καλά' θηλυκά της παρέας ότι και αυτή τον αγάπησε ) αλλά ήθελε να την κάνει να μείνει για πάντα στην Θεσσαλονίκη, ενώ αυτή ήθελε κάποτε να γυρίσει πίσω. Αυτό ήταν το μόνιμο πρόβλημά τους. Αυτός είχε την δουλειά του εδώ (μάλιστα έκανε δύο δουλειές για να την έχει βασίλισσα) και δεν μπορούσε (ή δεν ήθελε?) να φύγει, και αυτή ήθελε κάποτε να πάει στους γονείς και στους φίλους της στην Σπάρτη. Τά φερε έτσι η ζωή που για λόγους υγείας των γονιών της η κοπέλα έπρεπε να φύγει για πάντα από δω, αλλά του ζήτησε να την ακολουθήσει. Αυτός δεν μπόρεσε να φύγει και έτσι χώρισαν.

Από τότε κάκιωσε πολύ με τις γυναίκες και είναι πολύ υποψιασμένος και επιφυλακτικός. Δεν ανοίγεται εύκολα και δεν αφήνει περιθώρια για λάθη. Δεν είναι πολύ τρυφερός, και μετά το "απαύτωμα" δεεεεν έχει πολλές αγκαλιές και φιλιά ... Αυτά μου τα πε η Σάσα όταν έκλαιγε με μαύρο δάκρυ και μου ζητούσε να παραμείνουμε φίλες. Βλέπεις, αυτή νόμιζε ότι θα βρισκε ένα καλόβολο κορόϊδο, αλλά βρήκε ένα αρσενικό σε άμυνες που κάνει την δουλειά του χωρίς πολλούς συναισθηματισμούς. Τουλάχιστον για τώρα που είναι η αρχή.




Ουφ κουράστηκα που τα θυμήθηκα. Εύχομαι να χωρίσουν, κανένας να μην την κάνει παρέα ποτέ, να της βγεί το όνομα σε όλη την Θεσσαλονίκη και κανένας σοβαρός άντρας να μην την πλησιάζει παρα μόνο τα παλιοτόμαρα, και να τριγυρνάει στα μπαράκια μεθυσμένη, τρεκλίζοντας και σέρνοντας τις γόβες της, αχτένιστη, σταφιδιασμένη και δυστυχισμένη.

Να περάσουν έτσι τα χρόνια και να με δεί εμένα ξαφνικά μπροστά της στον δρόμο, νέα και ωραία με έναν παιδαρά δίπλα μου, ο οποίος να με πειράζει τρυφερά και να γελάμε και να κάνουμε γλύκες, και δυό πανέμορφα ξανθά γαλανομάτικα παιδάκια ανάμεσά μας (το αγοράκι, 10 χρονών να είναι ήδη φοιτητής δι αλληλογραφίας με υποτροφία στο ΜΙΤ- τι να έκανα?Αυτοί απο το το ΜΙΤ επέμεναν γιατί βλέπεις είναι διάνοια το βλαστάρι μου με IQ 250, και η μικρή 6 χρονών μας ανακοίνωσαν από τώρα ότι θα πάρει μέρος στην Ολυμπιάδα του Λονδίνου στην ενόργανη γυμναστική. Τι να κάνω? Είναι καλύτερη και από την Κομανέντσι λένε- μα από ποιόν πήρε ετούτο το παιδί?), ενώ εκείνη να τρέχει να κρυφτεί σε μια γωνιά για να μην την δω.

Και να με κοιτάει απ την γωνιά με σκυμμένο το κεφάλι, ντροπιασμένη για την κατάντια της, και από μέσα της να ζητάει ειλικρινά συγνώμη για την προδοσία που μου είχε κάνει πολλά χρόνια πριν, και να κλαίει με αναφιλητά. Και αυτά τα δάκρυα να έρχονται κατευθείαν από την καρδιά της. Να μετανιώσει πικρά. Τόσο πικρά όσο το δηλητήριο.

Αλλά εγώ θα προλάβω να την δω, θα εστιάσω στα δικά της μάτια, θα σμίξω λίγο τα φρύδια μου σαν να προσπαθώ να καταλάβω ........ σαν κάτι να μου θυμίζει .......... κάτι μακρινό .......... «μα ποια μου θυμίζει, ποια μου θυμίζει ......». Και αυτή, με αχνή ελπίδα να με κοιτάει απ την γωνία, καμπουριασμένη και μισοκρυμμένη. Ομως εγώ τελευταία στιγμή να γυρνάω στον παιδαρά μου και να του λέω ανέμελα «αχ όχι αγάπη μου, νόμιζα ότι ήταν μια παλιά γνωστή μου, αλλά έκανα λάθος. Πάμε μωράκια μου ........».

Και είναι φυσικό να μην αναγνωρίσω σε αυτό το κουρέλι την παλιά μου φίλη Σάσα από το …. «τσατσά»



Αυτά και άλλα πολλά τα φαντάζομαι τώρα που είναι φρέσκο. Ξέρω ότι με τον καιρό θα συνηθίσω στην ιδέα και δεν θα με ενδιαφέρει καθόλου. Όσο το σκέφτομαι τόσο χαλιέμαι, και γω δεν θέλω να χαλιέμαι αλλά να φτιάχνομαι.




Η Σάσα λοιπόν θα γίνει μακρινό και ξεχασμένο παρελθόν, όπως τόσα και τόσα που με στεναχώρησαν κατά καιρούς.







Σάββατο, Μαρτίου 10, 2007

«Λυκοφιλίες»





Και κει που κατάφερα να είμαι καλά και να πάρω τα πάνω μου .....


..... με πρόδωσε μια φίλη μου.



Ευτυχώς δεν ήταν κάποια απ τις «ατρόμητες φίλες», ούτε η φίλη η «ξενιτεμένη στην Αθήνα» (σταθερές αξίες, σ ευχαριστώ Θεέ μου). Αλλά μια κοπέλα που θεωρούσα σχετικά φίλη και γνωριζόμασταν απ το σχολείο ακόμα. Είχαμε πει τον πόνο μας αλλά και είχαμε γελάσει χιλιάδες φορές. Είχαμε διαγράψει διαφορετικές πορείες στη ζωή, όμως πάντα βρισκόμασταν κατά καιρούς και τα λέγαμε. Και την καταλάβαινα και την πονούσα όπως νόμιζα ότι με πονούσε και αυτή. Όμως....


......... με πρόδωσε για έναν γκόμενο. Έναν άντρα που τον προόριζε η παρέα για μένα, και το είχαμε σχεδόν κανονίσει να βρεθούμε.

Μόλις το έμαθε αυτή, έτρεξε στα κρυφά και τον άρπαξε για πάρτη της. Άκουσον άκουσον, για ένα «πουλί» χάλασε φιλία χρόνων και τώρα προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Γιατί ήξερε πολύ καλά τι έκανε, αλλά γνωρίζοντας ότι είμαι ήπιος άνθρωπος και ότι δεν εμπλέκομαι σε αντιπαλότητες και μιζέριες νόμιζε ότι θα το πάρω ελαφριά τη καρδία και «ούτε γάτα ούτε ζημιά». Τα ήθελε ΟΛΑ, και τον κλεμμένο γκόμενο και την φίλη για να μοιράζεται τον πόνο της ή την χαρά της. Αχ, τι ωραία που θαταν έτσι η ζωή γι αυτήν!!!

Όμως καλή είμαι αλλά όχι και κορόιδο. Της ταπα ένα χεράκι, σε ήπιο πάντα τόνο αλλά που δεν σήκωνε κουβέντα. Πρόλαβα και της προείπα εγώ ότι καταλαβαίνω τι περνούσε εδώ και ένα χρόνο και σε πόσο δύσκολη φάση ήταν (λες και μόνο αυτή περνούσε φάση και όλοι οι άλλοι ήμασταν στην τρελή χαρά ), και ότι γνωρίζω εκ των προτέρων όλες τις δικαιολογίες που θα μου πεί (την ξέρω καλά τόσα χρόνια!), αλλά δεν μπορώ εγώ σαν άτομο να την συγχωρήσω γι αυτό που έκανε σε μένα.


Έτσι, σε όποια δικαιολογία και να έβρισκε εγώ την προλάβαινα και της έλεγα ότι «το ξέρω». «Η διαφορά είναι ότι εγώ δεν θα το έκανα ποτέ αυτό σε σένα όσο χάλια και να ήμουν, ενώ εσύ το έκανες σε μένα» της είπα. Και της ζήτησα να μην ξαναβρεθούμε. Και εννοείται ότι θα την ξεμπροστιάσω σε όλους τους κοινούς γνωστούς και φίλους που έχουμε. Έτσι. Για να ξέρουν και αυτοί με τι έχουν να κάνουν.

« Μα να χαλάσουμε μια φιλία τόσων χρόνων για έναν άντρα? Και μη νομίζεις ότι είναι και κανένας της προκοπής ......» μου είπε και έκλαιγε με μαύρο δάκρυ.

«Δεν έχει να κάνει ούτε με αυτόν ούτε με κανέναν άλλο γκόμενο» της είπα « αλλά με εσένα και μένα που υποτίθεται ότι ήμασταν φίλες. Με μας τις δύο έχει να κάνει, και με κανέναν άλλο» και της επέστρεψα τα κροκοδείλια δάκρυα στα μούτρα.

Αϊ σιχτίρ παλιοθήλυκο, μακριά απ την ζωή μου και την ηρεμία μου.

Δεν ξέρω αν θα γράψω ποτέ για το τι ακριβώς έγινε. Αυτό προϋποθέτει να τα ξαναθυμηθώ όλα από την αρχή, και λέξη- λέξη να τα μεταφέρω εδώ. Ομως νομίζω ότι θέλω να τα ξεχάσω όλα και μαζί και αυτήν.

Ευτυχώς που δεν είμαι και δεν θα γίνω ποτέ σαν κι αυτή, αντροαρπάχτρα.





Κορίτσια, φυλάτε τους άντρες σας καλά γιατί δεν ξέρετε τι ύαινα κρύβει μέσα της η κάθε ..... «φίλη» σας.





Κυριακή, Μαρτίου 04, 2007

Να κοιτάμε όχι μπροστά, ούτε πίσω, αλλά ψηλά. Πολύ ψηλά





Ενώ οι μέρες μου κυλάν αργά η μία μετά την άλλη, ίδιες και απαράλλαχτες.

Ενώ δεν βρίσκω κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον πουθενά και γι αυτό κάποιες φορές το ψάχνω με το ζόρι σε μια ταινία, σε μία έξοδο, ή σε ένα πρόσωπο, ή σε ένα κουτσομπολιό.


Ενώ όλα είναι τα ίδια και τα ίδια, ακόμα και οι φίλοι μου κάποιες φορές είναι όχι μόνο οι ίδιοι αλλά πισωγυρνάν σε άσχημους και ανήθικους εαυτούς τους, και περιμένω πότε θα συνέλθουν χωρίς δυστυχώς να μπορώ να επέμβω.


Ενώ ακόμα και ένα ρουτινιάρικο προληπτικό τέστ υγείας ανασύρει μαύρες μνήμες και γίνεται από στιγμιαίο τέλος -μια νέα αρχή.


Ενώ η καθημερινή ρουτίνα μου δίνει την αίσθηση ότι ο χρόνος με έχει λυπηθεί και έχει σταματήσει, αλλά ξαφνικά ξυπνάω κάθιδρη μες στη νύχτα με το τικ-τακ να κοπανάει τον εγκέφαλό μου.


Ενώ ο καθρέφτης με καθησυχάζει, αλλά οι ρυτίδες των συνομήλικών μου με τρομοκρατούν.

Ενώ οι φίλοι και γνωστοί προχωράν τη ζωή τους και νιώθω ότι με προσπέρασαν, και εγώ έχω μείνει πάλι πίσω να τους βλέπω να απομακρύνονται όλο και περισσότερο.

Ενώ η ζωή είναι τσιμεντένια σ αυτή την πόλη και οι ανάσες δηλητηριασμένες που κονταίνουν το μέλλον μου και 'καπνίζουν' τη ζωή μου.





Τότε έρχεται στα ξαφνικά το ευλογημένο Άθλημά μου, και μια πολύ καλή επίδοσή μου μου δίνει φτερά και με απογειώνει σαν πύραυλος.



Δίνει νόημα στη ζωή μου.

Με ξανακάνει καλή και ευγενική με όλους και προπάντων με τον εαυτό μου.

Γλυκαίνει το βλέμμα μου και μαλακώνει την καρδιά μου.

Δίνει χρώμα στον ασπρόμαυρο κόσμο μου.

Με γεμίζει δύναμη, πίστη και υπομονή.

Με καθησυχάζει, με ηρεμεί, και μου λέει ότι μπορώ να καταφέρω τα Πάντα.

Μου αποδεικνύει ότι τίποτα και κανείς δεν πάει χαμένος.

Ότι όλα είναι πιθανά σ αυτή την ταπεινή ζωή.

Ότι υπάρχει μέλλον και μάλιστα φωτεινό.



Πανελλήνιο σουρχομαι δριμύτερη! Πιο γερή και πιο δυνατή από ποτέ. Πιο πείσμων και πιο λυσσασμένη από τότε που με πρωτογνώρισες. Όλη η σκέψη, όλη η δύναμη, όλη η μοναξιά ενώνονται σε έναν κοινό στόχο.



Το Πανελλήνιο



Αυτή τη στιγμή πετάω μακριά από αυτή τη μίζερη, άχαρη, ποταπή και μικρή Γη μας και ταξιδεύω με ταχύτητα φωτός σε άλλους κόσμους και άλλους γαλαξίες. Σας παρακαλώ μη με παίρνεται στο κινητό, μη με απασχολείτε με τα γκομενικά σας, μη με μπλέκετε σε ίντριγκες και διαμάχες, μη μου μιλάτε για δουλειές και υποχρεώσεις, μη μου μιλάτε για εχθρούς συνομωσίες και πολέμους, μη μου μιλάτε για λογική και σύνεση.


Μη μου "το ταξίδι" τάρατε.

Είμαι αλλού.



Γιούπιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι