Πέμπτη, Απριλίου 19, 2007

Περί τιμιότητoς





Ανοίγει παρένθεση

Καταρχάς να πω ότι πιστεύω πως οι δικηγόροι, οι δικαστικοί και οι εφοριακοί είναι από τις χειρότερες φάρες. Πληρωμένοι ψεύτες οι 2 πρώτοι. Μιζαδόροι οι δεύτεροι οι οποίοι κοιτάν να φτιάξουν βίλες και πισίνες στηριζόμενοι στον κόπο, τη δουλειά και το άγχος των απλών εργαζόμενων ανθρώπων, στερώντας από το κράτος τα χρήματα που θα πήγαιναν για προσλήψεις υπαλλήλων του, αλλά και σε έργα όπως νοσοκομεία, σχολεία, γηροκομεία, φυλακές, ψυχιατρεία, δρόμους. Οι εφοριακοί είναι κοινώς «παράσιτα». Αυτοί δεν έχουν ψυχή, καρδιά ή συνείδηση αλλά αποτελούνται μόνο από σκατά. Είναι οι σκατιάδες που βασανίζουν τον μπαμπά σου, τη μαμά σου, τον αδερφό σου, το φίλο σου αλλά εσύ δεν θα το μάθεις ποτέ γιατί είναι ένα μυστικό που δεν κάνει να κυκλοφορήσει παραέξω, αν και το ξέρουμε όλοι. Το λάδωμα των εφοριακών είναι όπως οι κλανιές. Κανείς δεν μιλάει γι αυτές, αλλά όλοι κλάνουν.

Μπορεί να μην είναι όλοι σκατιάδες , αλλά είναι σίγουρα η συντριπτική πλειοψηφία τους. Αυτό τουλάχιστον πιστεύω εγώ, από αυτά που έζησα, είδα και άκουσα μέχρι τώρα.

Κλείνει παρένθεση


Σήμερα λοιπόν ήρθε στο μαγαζί ένας κύριος συνταξιούχος για να παραλάβει το εμπόρευμα της εγγόνας του ή οποία είναι καλή πελάτισσά μου. Με το που μου συστήθηκε μου ανέφερε χαμογελαστός και ευγενικότατος το ονοματεπώνυμο του, τον σκοπό της επίσκεψής του και κουβέντα στην κουβέντα μου ανέφερε μέσα σ΄ όλα και το γεγονός ότι ήταν ένας από εκείνους τους δικαστικούς της τάδε εποχής, που παραιτήθηκαν τότε για λόγους ευθιξίας για την τάδε υπόθεση για την οποία εγώ είχα άγνοια. Αφού όπως είπε, προσπάθησε να παραμείνει εκείνη τη συγκεκριμένη εποχή τίμιος και ως τιμωρία για την τιμιότητά του έτρωγε συνεχείς μεταθέσεις, κατέληξε να παραιτηθεί. Έβλεπε όπως μου είπε, ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι ενάντια στη διαφθορά, την ατιμία και την αδικία. Ευτυχώς που κατάφερε να φτάσει κοντά στην σύνταξη και την πήρε πρόωρη αλλά μειωμένη.

«Δεν μπορεί να μπαίνουν στη φυλακή οι μικροκλέφτες, ενώ αντίθετα οι μεγαλοαπατεώνες να κυκλοφορούν ελεύθεροι» είπε φουριόζος κάποια στιγμή καθώς μου εξιστορούσε την περιπέτειά του. «Εγώ τουλάχιστον δεν το άντεξα» είπε.

Ήταν πολύ ενδιαφέροντα αυτά που μου ανέφερε αλλά δεν κάνει να τα πω δημόσια. Επίσης να σημειώσω ότι ο τρόπος που μου τα έλεγε ήταν πολύ παραστατικός και διανθιζόταν με παραδείγματα και αστειάκια. Δεν κρατούσε καμία κακία ή πικρία για το παρελθόν, και αυτό μου έκανε φοβερή εντύπωση. Δυστυχώς έπρεπε ταυτόχρονα να δουλεύω και αυτό μου στέρησε μέρος από την απολαυστική κουβεντούλα που είχαμε.

Κάποια στιγμή πριν φύγει μου είπε:«Όλα αυτά που ακούτε για τα κυκλώματα είναι αλήθεια. Από τότε μέχρι σήμερα τίποτα δεν άλλαξε».

«Μα αυτό που λέτε είναι τρομερό! Τόσα χρόνια πέρασαν και δεν κάναμε ούτε βήμα μπροστά?» του είπα στεναχωρημένη. Και συνειδητοποιώντας αυτό που μου έλεγε σε όλη του την έκταση, χάθηκα για λίγα δευτερόλεπτα στον κόσμο των σκέψεών μου όπου (μή χάσω) πρόλαβα και απελπίστηκα. Κατάφερα όμως να τον ρωτήσω (και βγήκε αυθόρμητα από τα χείλη μου) «Υπάρχει ελπίς?» χρησιμοποιώντας ασυναίσθητα τα λόγια του Σαμαράκη, και περίμενα με αγωνία την απάντησή του, σχεδόν κρεμόμουν απ τα χείλη του.
Και ενώ μέχρι τότε ο λόγος του παππού ήταν συνεχής και χωρίς διακοπές, στην ερώτησή μου κόμπιασε. Σκέφτηκε λίγο κοιτώντας το πάτωμα, και μου απάντησε

«Δυστυχώς όχι»
και πολύ στεναχωρέθηκα. Αν αυτός που έχει δει, έχει ακούσει και έχει ζήσει τόσα δεν έχει ελπίδα τότε τι κάνουμε?

«Μα λένε ότι η νέα γενεά θα αλλάξει τα πράγματα. Θα ξεφύγει από τις μίζες και τις συντεχνίες» είπα.

«Αυτό θα γινόταν ίσως, αν αυτή η νέα γενιά έμπαινε στο σύστημα σε μια στιγμή, και ταυτόχρονα αποχωρούσε όοολη η παλαιά. Αλλά αυτό δεν γίνεται. Και έτσι σιγά σιγά και σταδιακά, καθώς μπαίνει στο παιχνίδι η νέα γενεά, αφομοιώνεται και παίζει με τους όρους των παλαιών».

«Και τότε ποιος ο λόγος να υπάρχουν τίμιοι άνθρωποι αφού δεν φαίνονται πουθενά, το έργο τους καπελώνεται, αλλά και δεν μπορούν να επιβιώσουν στηριζόμενοι στην τιμιότητά τους, η οποία καταντάει τελικά να μοιάζει με αφέλεια ή ηλιθιότητα? Θα πρέπει να γίνουν όλοι άτιμοι. Αλλά και πάλι, μια κοινωνία ατίμων θα καταντούσε μια ζούγκλα» αναρωτιόμουν φωναχτά.

Ενόσω τα έλεγα αυτά, εξωτερικά ήμουν απόλυτα ψύχραιμη αλλά μάλλον είδε την καλά κρυμμένη απογοήτευσή μου στο πολύ βάθος των ματιών μου, γιατί μου χτύπησε φιλικά τον ώμο και μου είπε συμπονετικά φεύγοντας «Αλίμονο. Πρέπει να υπάρχουν τίμιοι. Γιατί από αυτούς τους τίμιους μπορεί να επηρεαστεί θετικά έστω και ένας άτιμος. Αυτό θα ήταν μεγάλη επιτυχία, δε νομίζετε?» και όταν μου το έλεγε αυτό ήταν γεμάτος αισιοδοξία και το πίστευε!!! Ο παππούλης τελικά ήλπιζε!

Εγώ πάλι δεν είμαι και τόσο σίγουρη σε ότι αφορά την ύπαρξη αλλά και επιβίωση των τίμιων ανθρώπων, αλλά δεν του το είπα και τον άφησα να πιστεύει ότι συμφωνώ μαζί του.




Αυτή η συνάντηση με τον τίμιο παππούλη μ έβαλε σε πολλές σκέψεις.......